the cricket

Ερυθρός – Νίκαια


της khalida
image_pdf
image-311

 

Κενός, λίγος και μικρός. Αυτό νιώθεις όταν καλείσαι να αποφασίσεις για τη ζωή ενός δικού σου ανθρώπου. Κι ο γιατρός φαντάζει ο ενσαρκωμένος Χριστός, όχι δε μοιάζει, είναι ο Χριστός και όλοι οι Άγιοι μαζί. Κι ο διάβολος είναι ο αιμοπνευμοθώρακας. Τα κρύα χέρια, τα άχρωμα χείλη, ο πόνος που είναι αφόρητος, το τρέμουλο και το παραλήρημα. Και οι κραυγές. Αυτές οι κραυγές. Έχει περάσει χρόνος, κι ακόμα τις ακούω που και που. Τον πρώτο καιρό δεν ήθελα να κλείνω τα μάτια, προσπαθούσα να πέφτω στο κρεβάτι πλήρως εξαντλημένη, μπας και κοιμηθώ χωρίς να τις ακούσω.

Από τον Ευαγγελισμό μέχρι τους Αμπελόκηπους και το Γουδί είναι συγκεντρωμένα μερικά από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας. Αναρωτιέμαι πώς το σκέφτηκαν να συμπυκνώσουν τόσο πολύ πόνο σε τόσα λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα; Δε φοβήθηκαν ότι η γη μπορεί να αρχίσει να τρέμει, να δυσανασχετεί από τα υπερβολικά φορτία ανθρώπινης οδύνης;

Σ’ ένα δωμάτιο του Ερυθρού Σταυρού, χωμένη σε μια πτυσσόμενη καρέκλα, στριμωγμένη ανάμεσα στην πόρτα και στο κρεβάτι, ακούγοντας τη βαριά ανάσα του αδερφού κάτω από τη μάσκα οξυγόνου, έβλεπα τη μία ώρα να σπρώχνει την άλλη όπως οι γερασμένες κ αδιάφορες νοσοκόμες τα καροτσάκια με τα σύνεργά τους. Σε ένα χωροχρονικό συνεχές που δεν υπήρχε ελπίδα να διαρρήξω.

Κι όμως αυτές οι αδιάφορες νοσοκόμες κι αυτά τα σαραβαλιασμένα και μισοεξοπλισμένα καροτσάκια ήταν η ελπίδα μας. Όταν τον έφεραν στο δωμάτιο μετά την πρώτη επέμβαση, ο γιατρός υπήρξε οδυνηρά ειλικρινής μαζί μου. «Για τις επόμενες 24 ώρες υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ανακοπής, καλό είναι να είστε δίπλα». Γιατί αν είμαι δίπλα τι θα κάνω γιατρέ μου, σκέφτηκα αλλά δεν είπα. Αντ’ αυτού κούνησα το κεφάλι. Κι έπειτα έτρεξα στη νοσοκόμα. «Ο γιατρός μου είπε πώς υπάρχει κίνδυνος ανακοπής. Πώς θα το καταλάβω; Τι να κάνω τότε; Πού να έρθω; Τι να φωνάξω;» «Μην ανησυχείς κορίτσι μου, δε θα συμβεί αυτό» είπε εκείνη σε μια αποτυχημένη να προσπάθεια να πείσει και τον εαυτό της εκτός από εμένα. «Ναι, αλλά αν συμβεί πώς θα το αναγνωρίσω» επέμεινα εγώ. «Αυτά τα πράγματα καλό είναι να μη τα βλέπεις, αλλά αν τα δεις τα αναγνωρίζεις αμέσως» είπε.

Γενέθλια, πάσχα και γιορτές στο διάδρομο του Ερυθρού. Αυτή η ανάγκη να μη σε πάρει από κάτω. Αυτό το πείσμα ότι η κανονικότητα δεν διεκόπη κι ας κόπηκαν οι άνθρωποι στα δυο.

Πώς μεταφέρεις έναν «σπασμένο» άνθρωπο πάνω σε ένα σκουπ; Το ΕΚΑΒ ις νοτ εν οπσιον καθώς προηγούνται εκείνοι των οποίων η ζωή κινδυνεύει. Έχεις σπάσει τα πάντα από τη μασχάλη μέχρι το γόνατο, αλλά θα ζήσεις; Λυπόμαστε αλλά για το ΕΚΑΒ δεν είσαι περιστατικό με προτεραιότητα. Ιδιωτικά ασθενοφόρα λοιπόν. Έχετε ιδέα πόσα υπάρχουν εκεί έξω; Τα δωμάτια των νοσοκομείων είναι πλημμυρισμένα από καρτούλες που υπόσχονται γρήγορη, άνετη και ανώδυνη μετακίνηση. Η διαδρομή από τον Ευαγγελισμό στη Νίκαια κρατάει δύο αιωνιότητες, ακριβώς. Κάθε μικρή λακούβα, σαμαράκι και γραμμή του τραμ κι ένας αναθεματισμός. Η παραμικρή ανατάραξη τον κάνει να ουρλιάζει. Το χέρι μου έχει σχεδόν μελανιάσει από το σφίξιμο.

Στη Νίκαια έχουν εφημερία. Καλά που το διευκρίνισαν γιατί στην αρχή έμοιαζε με έκτακτη ανθρωπιστική κρίση. Που δηλαδή ήταν, απλά δεν είχε προκληθεί από κάποια φυσική καταστροφή ή πόλεμο, αλλά από το μνημόνιο και είχε την κωδική ονομασία «περικοπές προσωπικού». Αν θέλετε να οπτικοποιήσετε τις λέξεις πανικός και απελπισία περάστε από το Γενικό Κρατικό της Νίκαιας σε μια εφημερία. Οι όροφοι με τα δωμάτια των ασθενών μένουν χωρίς κανένα γιατρό και όλοι προσεύχονται να μην τους συμβεί κάτι έκτακτο το βράδυ της εφημερίας γιατί δεν υπάρχει γιατρός διαθέσιμος να ανέβει στον όροφο. Το επόμενο πρωί, ανθρώπινα ράκη με λευκές ρόμπες κυκλοφορούν στους διαδρόμους και ντρέπεσαι να τους μιλήσεις για τον πυρετό που ούτε χθες βράδυ υποχώρησε και για τα νέα εξανθήματα που εμφανίστηκαν.

Την ώρα του μεγάλου χειρουργείου, παραταγμένοι 10 άνθρωποι έξω από την πόρτα, καθόμαστε σε σκαμπό, σε καρέκλες, στα γόνατα, όρθιοι, σε αναμμένα κάρβουνα. Άλλοι ασθενείς μπαίνουν και βγαίνουν κι ο δικός μας ακομη μέσα. Μετά από τέσσερις ώρες, ο γιατρός βγαίνει κατάκοπος και ανέκφραστος, περνάει δίπλα μας και ψελίζει κάτι σαν «όλα καλά» και «αφήστε με να ηρεμήσω λίγο και θα τα πούμε μετά». Για άλλη μια φορά συνειδητοποιώ ότι αυτό που έχουμε εναποθέσει επάνω του δεν είναι το μέλλον του αδερφού, είναι η ύπαρξη τεσσάρων -τουλάχιστον- ανθρώπων. Και κείνος κάνει ότι δεν καταλαβαίνει για να αντέξει το βάρος. Κάνει τον αντικοινωνικό και τον δύσκολο, αλλιώς η κατάρρευσή του είναι δεδομένη.

Οι ανθρώπινες σχέσεις μέσα στα νοσοκομεία είναι ένα καταπληκτικό φαινόμενο. Ο κοινωνικός και ο αντικοινωνικός γιατρός, ο χειρούργος στάρ και ο χειρούργος αυθεντία, ο φαντασμένος και ο ταπεινός ειδικευόμενος, η βαριεστημένη και η πρόθυμη νοσοκόμα, ο υπάκουος και ο αντιδραστικός τραυματιοφορέας, ο ξινός και ο γλυκομίλητος φύλακας στην πύλη, όλοι τους ανεβάζουν καθημερινά μια παράσταση σε ένα κοινό που διψάει για θέαμα, γιατί δεν αντέχει πια την πραγματικότητα της ζωής του, έτσι όπως έχει γίνει. Και αναλισκόμενοι στον τρόπο της νοσοκόμας και στις περιέργειες του γιατρού οι ασθενείς και οι συγγενείς ξεχνιούνται κι ο χρόνος περνάει και κάνει τη δουλειά του.

Από τα γύρω κρεβάτια ακούς για τιμωρία, αμαρτία, μαύρη μοίρα. Στα νοσοκομεία οι άνθρωποι θα έπρεπε να βλέπουν πιο καθαρά από το να αναζητούν νόημα εκεί που εξώφθαλμα πια δεν υπάρχει. Στα νοσοκομεία αυτό που συμβαίνει δεν είναι τίποτα από όλα τα παραπάνω. Είναι γυμνή ζωή. Πολύπλοκη, απρόβλεπτη και αστάθμιτη. Αυτό πάθαμε, απ’ αυτό υποφέρουμε. Πώς γίνεται να μην το βλέπουν; Δεν τους αρκεί η αέναη ανανέωση στα πρόσωπα των ασθενών; Όχι, δεν τους αρκεί. Δεν μπορούν να δεχτούν ότι η ζωή μας δε σημαίνει τίποτα για κανέναν άλλο, ώστε να την προστατέψει ή να τη σώσει. Νοηματοδοτήσαμε οι ίδιοι τη ζωή μας και μετά, σαν να μην αντέξαμε την τόση αυτονομία, κατασκευάσαμε και τον Μέγα Νοηματοδότη. Και του ορκιζόμαστε αιώνια υποταγή για τη χάρη που μας έκανε.

Ένας μήνας στα νοσοκομεία ήταν αρκετός για να νιώσω στο πετσί μου ότι οι άνθρωποι δεν παίρνουν αυτό που τους αξίζει, ότι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια μετριέται αλλιώς όταν δεν μπορείς να σηκωθείς απ’το κρεβάτι, ότι και οι δυνατοί κάποτε καταρρέουν, ότι μια ψυχή μπορεί να φύγει όσο εσύ παίζεις με το κινητό σου, ότι όπου φτωχός κι η μοίρα του και τέλος ότι Κράτος χωρίς δημόσια και δωρεάν υγεία και παιδεία δεν είναι κράτος, είναι εγκληματική οργάνωση.


About the author:
Has 7 Articles

RELATED ARTICLES

Back to Top