1

Galaxy bar: άστρα που σαρώνουν την καθημερινότητα μας



Είναι μια λουστραρισμένη μπάρα, σχεδόν επτά μέτρα. Πλατιά, πολύ πλατιά. Στην επιφάνεια της, έχει εκατοντάδες καψίματα από τσιγάρα. Πάντα φανταζόμουν πως κάθε κάψιμο ξεχασμένου τσιγάρου κρύβει μία ιστορία από πίσω του. κάποιος που εξιστορεί στην παρέα του κάτι που του συνέβη χθες λίγο μετά τη δουλειά, κάποιος άλλος που προσπαθεί να ξελογιάσει ένα κορίτσι, μια κοπέλα που θέλει να τον πνίξει τον κερατά, τον καριόλη που την θεωρεί αόρατη. Στις λέξεις πάνω ξεχνιέται το τσιγάρο, πέφτει και αργοπεθαίνει ακούγοντας την πρώτη και τελευταία ιστορία της επτάλεπτης ζωής του. Η μπάρα αυτή από την μία πλευρά, αυτή του πελάτη, στο τελείωμα της έχει μια μαλακή επιφάνεια, ενδεδυμένη με μπορντό δέρμα, που είναι το μετερίζι σου απέναντι στην καθημερινότητα, και από την άλλη έχει τον ακούραστο σύμμαχο σου. τον κ. Γιάννη.

 

Galaxy (154 of 161)

για τους θαμώνες, είναι το yxalaG

 

 

Το πεδίο αντίστασης βρίσκεται σε μία στοά στη Σταδίου. Ο αστικός μύθος λέει πως ένα βράδυ, ευδιάθετοι θαμώνες του Galaxy με την ευφορία στα πόδια και στα χείλη να τους δίνει υπερφυσικές δυνάμεις, διέσχισαν τον δρόμο, πήγαν στο άγαλμα του κολοκοτρώνη και σιγά σιγά το έστρεψαν έτσι, ώστε με το δάκτυλο του να δείχνει τη στοά.  Και η αλήθεια είναι πως αυτή είναι η μοναδική οδηγία που χρειάζεται να δώσεις, οποιαδήποτε στιγμή, για να της πεις να έρθει εκεί να τη γνωρίσεις πρώτη φορά από κοντά και να πάρει φωτιά η ζωή σου. Γιατί στο Galaxy γνωρίζεις πραγματικά κάποιον. Η μουσική είναι απλά μουσική υπόκρουση. Μικρές νότες που χορεύουν βελούδινα και ήσυχα δίπλα στα μάτια του ή στο στόμα της. Η ένταση της είναι εκεί ακριβώς που πρέπει για να μην ακούς την παλαβή καρδιά του πως χτυπά για σένα, μα ταυτόχρονα δεν καλύπτει το γελάκι της όταν τα μούσια σου, της ανατριχιάζουν τον λαιμό.

 

Galaxy (64 of 161)

αυτός που θα σας κατευθύνει

 

 

Αστικά στέκια υπάρχουν παντού. Ο καθένας δένεται μαζί τους για διαφορετικούς λόγους. Και η αλήθεια είναι πως στις παραπάνω λέξεις που διαβάσατε θα διακρίνατε μία τάση σύνδεσης του τόπου αυτού με τον έρωτα. αλλά ένα τέτοιο μέρος απέχει από το να το χαρακτηρίσεις ερωτική φωλιά ή τόπο συνάντηση ερωτευμένων, μονάχα. Γιατί μόλις μπεις (ό,τι ώρα και να είναι, πρωί ή βράδυ) έχεις την αίσθηση πως κάποιος μόλις τελείωσε ένα ποίημα, ένα κείμενο, είπε κάτι σημαντικό μέσα στην ασημαντότητα της ημέρας, πήρε μια πολιτική απόφαση ή μία απόφαση ζωής, ερωτεύτηκε, σκέφτηκε μια νέα λέξη ανείπωτη. Στο χώρο αυτό γίνονται πολιτικές συζητήσεις από πολιτικούς, δημοσιογραφικές από δημοσιογράφους, λογοτεχνικές από λογοτέχνες και όλες μαζί από απλούς ανθρώπους. για το ίδιο το Galaxy όλοι είμαστε απλοί. αρκεί να περάσεις το κατώφλι του. Το σύνταγμα του και οι νόμοι του καθορίζονται από τα καταλάθος αγγίγματα σωμάτων και μυαλών μπροστά από την μπάρα.

Μπορείς να καταλάβεις αυτούς που δεν είναι θαμώνες από την κίνηση που κάνουν να μετακινήσουν τα περιστρεφόμενα, μα βιδωμένα, σκαμπό ή από τα λαίμαργα μάτια όταν πρωτομπαίνουν και αντικρίζουν τους υπεργεμάτους από φωτογραφίες και εμπειρίες τοίχους. Τους θαμώνες, από την άλλη πλευρά, μπορείς να τους καταλάβεις από την ασυγκράτητη οικειότητα με το μέρος. Τον τρόπο που ακουμπάνε τα χέρια τους στην μπάρα, τον τρόπο που πιάνουν το ποτήρι, τον τρόπο που παραγγέλνουν, μια ματιά αρκεί και το ποτήρι ξαναγεμίζει. Δεν είναι δα και δύσκολο να γίνεις θαμώνας. Να πηγαίνεις συχνά, να σου αρέσει να μιλάς, να ακούς, να είσαι ευγενικός. Και τώρα που έγραψα ευγενικός, ξαναγυρνώ στον κ.Γιάννη. Τον βραδυνό σύμμαχο (το πρωί είναι ο αδελφός του Δημήτρης). Ευγένεια στα μάτια, στις κινήσεις, στα λόγια. Καταλαβαίνει τον πεινασμένο και του φτιάχνει τους απλούς και πεντανόστιμους μεζέδες που ταιριάζουν με όλα τα ποτά. Συζητητής από τους λίγους. Επίσης μία λεπτομερέστατη εγκυκλοπαίδεια της σύγχρονης ελλάδος. Η ιστορία αυτής της χώρας πίσω από την μπάρα. Στιγμή-Στιγμή. Μία ματιά που δε την βρίσκεις στα βιβλία. Πιο αληθινή, με μεγαλύτερη κίνηση και πιο κοντά στο δρόμο. Δε χωράει να τη βάλεις σε βιβλίο γιατί εκεί δε κουνιούνται οι λέξεις, γιατί οι αναμνήσεις καμιά φορά όταν είναι ατακτοποίητες είναι πιο ζωντανές.

 

Galaxy (10 of 161)

τα πρώτα μεζεδάκια. αργότερα έρχονται τα καρότα και τα αγγούρια.

 

 

Βαθιά νύχτα και να αποκλειστείς από την πολλή βροχή εκεί μέσα, είναι θείο δώρο. Η φιλοξενία πολλαπλασιάζεται. Λίγο ουίσκι παραπάνω, ένας μεζές εκτός καταλόγου, και ιστορίες. Φυσικά ιστορίες δεν ακούς μόνο από την πίσω πλευρά της μπάρας. Οι θαμώνες που λέγαμε πριν, είναι η ραχοκοκαλιά αυτού του μπαρ. Ο δικηγόρος που ξέρει πολύ καλά πως η μετάφραση της Έρημης χώρας από τον Νικολαίδη είναι ανώτερη από του Σεφέρη, ο ψυχίατρος που έγραψε βιβλίο “συμβατό με τζιν τόνικ”, ο ηθοποιός που μιλάει για το θέατρο και τις εκατοντάδες εμπειρίες του και ακούς το σανίδι να τρίζει, ο κολλητός μου, που μου έχει πει λέξη λέξη προφορικά ολόκληρα διηγήματα όταν τα είχε στο μυαλό του ακόμα, ο μελαγχολικός κύριος που αμίλητος κάθεται μπροστά στο ποτήρι του σχεδόν κάθε βράδυ, ήρεμος και χωρίς να ακουμπά τους μεζέδες του, μόνος, ολομόναχος, με ένα πρόσωπο γεμάτο γλύκα. Μπορεί να μην λέει ιστορίες αλλά αυτές που έχει στο κεφάλι του νομίζεις πως τις ακούς καθαρά.

 

Galaxy (96 of 161)

ο Κ. Γιάννης Αλαμπάνος

 

 

Είναι δύσκολο να μεταφερθούν σε λέξεις όλα τα χαρακτηριστικά, η ομορφιά, η αίσθηση, που κάνει το Galaxy να είναι Galaxy. Πολύ δύσκολο. Μια προσπάθεια έκανα εδώ. Αν το αγαπήσεις το Galaxy bar θα σε αγαπήσει και αυτό. Σαράντα τρία χρόνια τώρα, από έναν Γενάρη του 1972 έγινε αγκαλιά για πολλούς ανθρώπους σε δύσκολες, εύκολες, χαρούμενες και άσχημες στιγμές.

Όταν πάτε, εκτός από τους τοίχους και τα στολίδια τους καθώς και όλα αυτά που μπορούν να γεμίσουν το οπτικό σου πεδίο αστραπιαία, θα διακρίνεις το χαμόγελο του οικοδεσπότη να είναι ισχυρότερο από όλα. Και τα ζεστά του μάτια. Τα μάτια του κ. Γιάννη, που έχουν το χρώμα του ουίσκι.

*το Galaxy bar είναι ανοικτό κάθε μέρα εκτός κυριακής, από 9.00 πμ – μέχρι να θελήσουν οι ιστορίες να ξεκουραστούν. Βρίσκεται στη Σταδίου 10, στη στοά που δείχνει ο κολοκοτρώνης.

 




Μάριος Χάκκας: οι εξαιρετικές στιγμές της ελληνικής λογοτεχνίας

 

Μάριος Χάκκας / έργο του Τάκη Σιδέρη

Μάριος Χάκκας / έργο του Τάκη Σιδέρη

 

Κ άθε άνθρωπος πνευματικός ή τέλος πάντων κάθε άνθρωπος που αυτά που έχει στο κεφάλι του δε τα κρατά για το σπίτι του, το καφενείο που συχνάζει, τους τρεις φίλους που αγαπά αλλά τα φωτίζει λίγο παραπάνω και μας τα χαρίζει, κάθε τέτοιος άνθρωπος λοιπόν, όταν φεύγει από τη ζωή, μας αφήνει πίσω του ένα κουστούμι, συνήθως γκρι, με πολλές τσέπες, φόδρες και όλα τ’ άλλα αναγκαία της ραπτικής τέχνης. Στις τσέπες μέσα είναι βαλμένο το έργο του. Λίγο στις τσέπες του παντελονιού, λίγο στου σακακιού, λίγο στις εσωτερικές. Το κουστούμι που μας άφησε ο Μάριος Χάκκας δεν ήταν καθόλου φθαρμένο. Μονάχα 41 ετών κουστούμι. Ένα σχεδόν καινούριο κουστούμι. Και αν ψάξεις στις τσέπες μπορεί να μην βρεις καθόλου έργο. Μα καθώς τα χέρια σου θα τριγυρνάν μέσα στο γκρι ύφασμα θα νοιώσεις μέσα από την μπορντό φόδρα κάτι να προεξέχει. Με μεγάλη προσοχή θα την ξηλώσεις από την ραφή και θα βγάλεις από μέσα διπλωμένες σελίδες με ελεύθερες πολιορκημένες λέξεις. Λέξεις που πολλές δεν έχεις ξανακούσει μα νομίζεις πως τις ξέρεις. Λέξεις που φλέγονται, που πλακώνουν, που είναι πιο μαύρες από το σκοτάδι της συσκότισης, που είναι πιο φωτεινές από καλοκαιρινό κυριακομεσημεριάτικο ήλιο. Και αυτές οι λέξεις και ο τρόπος που ο Μάριος Χάκκας τις έβαζε στη σειρά αποτελούν το έργο ενός από τους μεγαλύτερους Έλληνες λογοτέχνες. Του ανθρώπου που στα διηγήματα του, άφησε πίσω στη γαλαρία, τους χαρακτήρες και την πλοκή και κόβοντας μικρά κομμάτια της  καρδιάς του μας δίδαξε πως το συναίσθημα από μόνο του μπορεί να στηρίξει ιστορίες θαυμαστές και υπερωκεάνιες, που επιβιβαζόμαστε πάνω τους και θαλασσοπνιγόμαστε χαμογελαστοί, αμήχανοι, δεξιοβασανισμένοι και πικρά ερωτευμένοι.

 

Τα πρώτα Χρόνια

Ο Μάριος Χάκκας γεννήθηκε το 1931 στην Μακρακώμη Φθοιώτιδας. Πατέρας του ο Γιώργος και μητέρα του η Σταυρούλα. Τέσσερα χρόνια αργότερα η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στην Καισαριανή. Σε ένα σπίτι πλινθόχτιστο από τα πολλά προσφυγικά της περιοχής, με μια πέργκολα μπροστά φτιαγμένη με δεκάδες διαφορετικά κομμάτια ξύλου, στραβά καρφωμένα που μύριζαν αγωνία. Πριν λίγες μέρες πέρασα από το σημείο αυτό. Έχουν μείνει πλέον ελάχιστα τέτοια σπιτάκια. Δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω αν κάποιο από αυτά ήταν του Χάκκα. Όλα είναι σχεδόν ίδια. Σκοτεινά, ακατοίκητα και λίγο ιερά. Το 1986 μπροστά από ένα τέτοιο σπιτάκι μια παλιά γειτόνισσα του Χάκκα θυμόταν:



είπε η γειτόνισσα στο τέλος: “δεν είχε χρόνια το παιδάκι. δεν είχε χρόνια” / για τα χρόνια, το χρόνο και τη ζωή είχε γράψει ο Χάκκας στο διήγημα του “το τρίτο νεφρό”.

Τώρα που ξέρω πως δεν κερδίζονται οι άνθρωποι ή έστω κι ένα κορίτσι με σκέτες λέξεις, παρά μόνο με αίμα· τώρα που καταλαβαίνω πως δεν γίνεται να φτάσεις στο ποίημα από διαβάσματα και μόνο, σ’ ένα κάποιο επίτευγμα με χαμομήλια· ασ’ τους να νομίζουν αυτοί που μάτωσαν στις παρανυχίδες μονάχα και βγάζουν κραυγές: «Οχ, οχ! Αιμορραγώ σ’ όλο το σώμα». «Κάλπες, αφού πρόκειται για το δείκτη του αριστερού σας χεριού. Ποιο όλο το σώμα σας;» Γι αυτό και γράφουν νερόβραστα ποιήματα, πιπιλίζουν ονόματα με θαυμασμό και προσπαθούν να μοιάσουν κάποια πρότυπα τους χωρίς να περάσουν μέσα απ’ τη φωτιά και την κόλαση που προϋποθέτει το ποίημα. Εμ, δε γίνεται.

 (πιέζοντας εδώ μπορείτε να διαβάσετε όλο το διήγημα “το τρίτο νεφρό”)
 

Πολιτικοποίηση και φυλακή

η εποχή της φυλακής

η εποχή της φυλακής

Η Καισαριανή ήταν μέρος που αγάπησε, που μπήκε στο αίμα του και ο χαρακτήρας της ως τόπος ζωντανός είχε δεσπόζουσα θέση μέσα στο έργο του. Εκεί είχε στα χρόνια της Κατοχής, την πρώτη του επαφή με οργανώσεις νεολαίας της αριστεράς πράγμα που τον έκανε -άγουρο ακόμα- να χτίζει σιγά σιγά ιδεολογικό υπόβαθρο.

Στο τέλος της δεκαετίας του ’40 πηγαίνει εθελοντικά στην Γυάρο για να βοηθήσει στην περίθαλψη των πολιτικών κρατουμένων, κάτι που φυσικά κάνει τον φάκελο του να ζεματάει στα χέρια των ασφαλιτών. Έτσι το 1951 και ενώ περνάει στις εξετάσεις για την εισαγωγή του στον ΟΤΕ δεν γίνεται δεκτός λόγω πολιτικών φρονημάτων. Τουλάχιστον την ίδια χρονιά γνωρίζει την Μαρίκα Κουζηνοπούλου, την μετέπειτα γυναίκα του και σύντροφο του, μέχρι το τέλος της ζωής του.

Λίγο μετά γίνεται μέλος της ΕΔΑ Καισαριανής και αναλαμβάνει την δημιουργία της ΦΕΝ (Φιλοπρόοδου Ένωσης Νέων) μίας οργάνωσης με πολιτιστικές δραστηριότητες και όχι μόνο. Δεν προλαβαίνει να κάνει πολλά μιας και οι παρακρατικές οργανώσεις δεν αφήνουν σχεδόν καμία εκδήλωση να πραγματοποιηθεί ομαλά. Επίσης, το 1952 ο Μάριος Χάκκας δικάζεται με βάση τον νόμο 509 με την κατηγορία της συμμετοχής σε οργανώσεις ανατρεπτικού χαρακτήρα και αντιλαμβάνεται από πρώτο χέρι την σκληρότητα της δεξιάς καθώς φυλακίζεται για τέσσερα ολόκληρα χρόνια στην αρχή στις φυλακές της Καλαμάτας και κατόπιν στης Αίγινας. Kαι αν το μυαλό του Χάκκα ήταν ένα χωράφι με γόνιμο χώμα, η μοναξιά και ο πόνος της φυλακής ήταν αυτά που έριξαν τους σπόρους ώστε μερικά χρόνια αργότερα να μπούνε στα ράφια των βιβλιοπωλείων οι καρποί. Kαρποί που ακόμα τρεφόμαστε και είναι φρέσκοι σαν την πρώτη μέρα.


 

Είσοδος στα ελληνικά γράμματα

Χάκκας - Σιδέρης

Με τον Τάκη Σιδέρη σε έκθεση του στην ΦΕΝ

Βγαίνοντας από την φυλακή, και αφού τελείωσε και την στρατιωτική του θητεία, ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια ζωής. Επανήλθε στην ΕΔΑ Καισαριανής, έγινε πάλι υπεύθυνος της ΦΕΝ, η οποία διοργάνωσε πλήθος εκδηλώσεων. Ανάμεσα τους και εκθέσεις ζωγραφικής που μια από αυτές ήταν του Τάκη Σιδέρη του ζωγράφου που δέθηκε άρρηκτα με το έργο του Χάκκα εικονογραφώντας τα βιβλία του. Tο 1961 παντρεύτηκε την Μαρίκα και άνοιξε δικό του κατάστημα όπου κατασκεύαζε κορνίζες και μινιατούρες. Το 1965 με αυτοέκδοση βγάζει το πρώτο του βιβλίο. Είναι μια ποιητική συλλογή με τίτλο “Όμορφο καλοκαίρι”. Αργότερα με πολύ χιούμορ δηλώνει πάντα “πρώην ποιητής, νυν πεζογράφος” (και αλίμονο, τα πεζογραφήματα του Χάκκα έχουν μέσα τους τόση ποίηση, όση λίγη ποίηση έχει). Πρώτο του βιβλίο με διηγήματα το 1966 “Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού”. Ήδη από αυτό το βιβλίο αρχίζει να γίνεται ορατή η μοναδικότητα του έργου του. Μοναδικότητα που (και ενώ έχει ήδη χτυπηθεί από καρκίνο) στο επόμενο του βιβλίο το 1970 με τίτλο “Ο μπιντές και άλλες ιστορίες” γίνεται λαμπερός θησαυρός για όλη την ελληνκή πεζογραφία. Το 1972 καθώς το τρίτο του βιβλίο (“Το κοινόβιο”) μόλις έχει τελειώσει από το τυπογραφείο, πεθαίνει στο Διαγνωστικό Ινστιτούτο Πειραιά σε ηλικία 41 ετών. Λίγο καιρό πριν τον θάνατο του, είχε πάει για να κάνει δέηση για την υγεία του, αυτός ο άθεος και οι άθεοι φίλοι του στον Άι Γιώργη τον Κουταλά, στην Καισαριανή. Μέρος που πήγαινε συχνά για να ηρεμήσει, να πιει τον καφέ του, να καπνίσει τον άσσο κασετίνα και να γράψει. Μας περιγράφει με τις άγιες ανάσες του, ένας από τους καλούς του φίλους, ο ποιητής Νίκος Καρούζος:


 

Διαβάζοντας τις αράδες των γραπτών του Χάκκα
Η πρώτη σκέψη που σου έρχεται, είναι πως έχεις μπροστά σου, όχι το έργο ενός συγγραφέα μα το έργο ενός ποιητή που φωτογραφίζει ή ενός φωτογράφου που γράφει ποίηση. Η λεπτομέρεια στις εικόνες σε τσιμπάει σαν καρφίτσα από το πουθενά. Οι λέξεις του νομίζεις πως ειπώνονται πρώτη φορά, είναι καινούριες, φρέσκες, μυρίζουν ένα κεφαλαίο ΤΩΡΑ. Η παράταξη τους στιγμές-στιγμές σε μπερδεύει όπως σε μπερδεύει κάθε τι που σε λιγάκι θα ερωτευθείς. Νοιώθεις τις θερμοκρασίες που περιγράφει, κρυώνεις ή καις. Ο Χάκκας δεν έχει ήρωες. Κι αν έχει κάποιους, είναι όλοι τους φθαρτοί. Φθαρτοί και πάνθνητοι. Κατακρημνίζει τα όνειρα γενεών. Το γκρικ ντριμ μιας ολόκληρης εποχής. Μη γελιόμαστε και το γκρικ ντριμ της δικής μας εποχής κατακρημνίζει.

Τα καλύτερα χρόνια τα σπατάλησα σαν το μερμήγκι κουβαλώντας και σιάχνοντας αυτό το κολόσπιτο, οικοδομώντας τελικά αυτόν τον μπιντέ, είκοσι χρόνια μου κατάπιε η καταβόθρα του, κι εγώ τώρα έχω μείνει στιμμένο λεμόνι, σταφιδιασμένο πρόσωπο, για ένα μπιντέ.

 (πιέζοντας εδώ μπορείτε να διαβάσετε όλο το διήγημα “Ο μπιντές”)
 

με την Μαρίκα

με την Μαρίκα

Η μοναξιά ανάμεσα από ανθρώπους, ο θάνατος που μυρίζει καθώς πλησιάζει, ο πόνος που σε τυλίγει σαν κουβέρτα και το σκληρό αδιέξοδο του έρωτα. Tέσσερις σημαίες που κυματίζουν πάνω από το έργο του Μάριου Χάκκα.
Αν και είναι τρομερά δύσκολο να μην συσχετίσουμε την αφήγηση του με την εποχή του, αυτός ο ποταμίσιος μονόλογος που υπάρχει στις σελίδες, μας παρασέρνει τελικά εύκολα στην πτώση από τον καταρράκτη της ταύτισης.  Ματωμένα σημειώματα που πετάνε στον αέρα και προσγειώνονται στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, μια βόλτα που άλλαξε διαδρομή γιατί δεν ήθελε να κοιτά τα ίδια μέρη που κοίταζε εκείνη, και μια παραίσθηση που τον βγάζει από το κρεββάτι της αρρώστιας και τον κάνει ιπτάμενο θνητό υπερήρωα, έτοιμο να κεράσει τετρακόσια ουίσκι την κοπέλα που τον κοζάρει από το απέναντι τραπέζι.

Και ο άνθρωπος και η αλήθεια του, παντού. Την εποχή που ακόμα οι Έλληνες χαϊδευόντουσαν και γλείφαν νοσταλγίες με στίχους όπως: “έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη” ήρθε ο Χάκκας να μιλήσει για τη στιγμή του χωρισμού και την γεύση “αποσμητικού που έμεινε στα χείλη” από το αποχαιρετιστήριο φιλί που έδωσε σε κάποια γυναίκα που τον παράτησε.  Γιατί ο έρωτας δεν είναι θεϊκός. Ο έρωτας είναι ανθρώπινος. Λίγο περισσότερο και από τον ίδιο τον τραγικό του πρωταγωνιστή, τον άνθρωπο.

Στην απουσία σου δε συναντάω γοργόνες, μήτε δελφίνια και χελιδονόψαρα. Ένα γαλάζιο σάβανο μόνο και μέδουσες πολλές, σακατεμένα γλαρόνια κι άδειες κοχύλες, που όσο κι αν φωνάζω μέσα τους, καμιά βοή δε μ’ αποκρίνεται. Δε νιώθω καν δροσιά στα καψαλισμένα μου χέρια, ούτε την αλμύρα στο φαγωμένο μου πρόσωπο.

 (πιέζοντας εδώ μπορείτε να διαβάσετε όλο το διήγημα “Οι εξαιρετικές μου στιγμές”)
 

Ανιχνεύοντας τον συγγραφέα
Όλο αυτό τον καιρό που σκάλιζα τη ζωή του Χάκκα υπήρξαν περίφημες στιγμές και γεγονότα. Ας πούμε, όταν μεσάνυχτα και με λίγη παραπάνω ρακή στο αίμα ψάχναμε το σπίτι του στα προσφυγικά της Καισαριανής. Ή όταν συνάντησα τον μοναδικό -μαζί με την αδελφή του- κληρονόμο του, τον ανιψιό του, Γιώργο Χάκκα. Άνοιξα την πόρτα του μικρού του βιβλιοπωλείου στη Μάρκου Μουσούρου στο Μετς και μοσχοβόλησε ευγένεια. Με κέρασε καφέ και άρχισε να μου εξιστορεί τόσα υπέροχα πράγματα από την ζωή του θείου του. Για τις Τετάρτες στα μέσα της δεκαετίας του ’60, που ο ποιητής Θανάσης Κωσταβάρας έδιωχνε νωρίς νωρίς τους πελάτες του από το οδοντιατρείο για να πάει ο Χάκκας, ο Λεοντάρης και πολλοί άλλοι και να διαβάσουν τα ποιήματα τους ή τα κείμενα τους. Για την συναυλία που είχε διοργανώσει η ΦΕΝ και τελευταία στιγμή δεν πήγε ο Μίκης Θεοδωράκης γιατί το ΚΚΕ θεωρούσε τον Χάκκα υπερβολικά ανανεωτικό, ή για το καλοκαίρι που είχε πάει με τον θείο του και την γυναίκα του Μαρίκα διακοπές και ο θείος του δεν πήγαινε ποτέ στη θάλασσα, παρά μόνο όλη μέρα καθόταν στην αυλή και έγραφε, έγραφε, έγραφε συνέχεια. Απλά ήθελε να προλάβει.
Το αφιέρωμα αυτό, αντί επιλόγου, είναι καλύτερα να κλείσει με μια σπάνια μαγνητοσκόπηση του συγγραφέα, καθώς ακούγεται μια ηχογράφηση -επίσης σπάνια- όπου ο Χάκκας τραγουδά ένα δικό του ποίημα.


 

Εργογραφία

Ι.Ποίηση
• Όμορφο καλοκαίρι. Αθήνα, ιδιωτική έκδοση, 1965.
ΙΙ.Διηγήματα
• Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού. Αθήνα, ιδιωτική έκδοση, 1966 (και β’ έκδοση συμπληρωμένη Αθήνα, Κέδρος, 1972).
• Ο μπιντές και άλλες ιστορίες. Αθήνα, Κέδρος, 1970.
• Το κοινόβιο. Αθήνα, Κέδρος, 1972.
ΙΙΙ.Θέατρο
• Ενοχή (μονόπρακτα). Αθήνα, Κέδρος, 1971.
ΙV. Συγκεντρωτική έκδοση 
• Μάριου Χάκκα, Άπαντα· Εικόνες Τάκη Σιδέρη. Αθήνα, Κέδρος,1978 – 2006

 

Φωτογραφικές στιγμές


Σημειώσεις
Τα τέσσερα βίντεο που υπάρχουν παραπάνω, είναι από την εκπομπή “Περισκόπιο” της ΕΡΤ. Όλες οι φωτογραφίες ανήκουν στο προσωπικό αρχείο του Γιώργου Χάκκα.
Ο πυρήνας αυτού του άρθρου προέρχεται από τα κείμενα και την έρευνα που έγινε για την εκπομπή “σαν το γάλα μέσα στις μύγες” η οποία ακούστηκε το βράδυ της 14ης Ιανουαρίου 2015 στο webradio enforadio.gr. Εάν θέλετε, μπορείτε παρακάτω, να ακούσετε την εκπομπή.




Το σχολείο των Παίδων

 

 

pedon-4

Ο Γιωργάκης είναι έξι χρονών. Ο Γιωργάκης έχει μια πλατιά ουλή που ξεκινά από το μέτωπο του και φτάνει χαμηλά στο πίσω μέρος του λαιμού του. Τώρα είναι στην αίθουσα νηπιαγωγείου του σχολείου που στεγάζεται στο νοσοκομείο Παίδων, έχει πιάσει με τα χέρια του κηροπαστέλ και προσπαθεί να ζωγραφίσει τα παράθυρα. Η μητέρα και ο πατέρας του είναι μαζί μας έξω από την αίθουσα και τον κοιτούν με μια μικρή ανησυχία μήπως κάνει κάποια ζημιά, μα ταυτόχρονα με χαρά γιατί το παιδί τους είναι ζωηρό και χαρούμενο. Και κυρίως ζωντανό μετά από την δύσκολη εγχείριση για την αφαίρεση ενός σπάνιου όγκου μέσα από τον εγκέφαλο του. “Ήταν κακοήθης όγκος, εμείς ήρθαμε εδώ για μια ζάλη και ξαφνικά βρεθήκαμε να έχουμε τον μικρό σε αυτή την κατάσταση. Εξετάσεις και αγωνία. Φοβόμαστε την κάθε μέρα που ξημερώνει” λέει ο πατέρας. Παραδίπλα η γυναίκα του βάζει τα κλάματα. Η Ελένη Κοπανάκη, η δασκάλα αγγλικών, την χώνει στην αγκαλιά της. “Μην κλαις, μη σε δει ο μικρός. Αφού τον βλέπεις, είναι δυνατός και θα νικήσει”. Μια δασκάλα αγγλικών που σε δευτερόλεπτα γίνεται και φίλη και ψυχολόγος και ό,τι άλλο χρειαστεί. Και αυτή ακριβώς είναι η ιδιάζουσα σημασία αυτού του σχολείου και όλων όσων το απαρτίζουν.

 Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν παιδιά να παραβρεθούν στην γιορτή, ακόμα κι αν η αίθουσα είναι άδεια, η γιορτή πρέπει να γίνει.

17 Νοεμβρίου 2014. Είμαστε μέσα στην αίθουσα που θα γίνει η γιορτή. Έχουν ετοιμαστεί τα πάντα. Το χώρο κοσμούν φωτογραφίες από την εξέγερση του πολυτεχνείου. Μία μεγάλη παρουσίαση διαφόρων οπτικοακουστικών της εποχής εκείνης δοκιμάζεται στον υπολογιστή. Παραδίπλα ένας πιανίστας (δάσκαλος απλός σαν όλους τους άλλους και όχι μουσικός) κάνει πρόβα τα τραγούδια που θα ακούσουμε σε λίγο. Όπως όλα τα σχολεία στη χώρα πραγματοποιούν γιορτή για τα 41 χρόνια μετά το Νοέμβρη του 1973, έτσι και εδώ πρέπει να γίνει υποχρεωτικά, σύμφωνα με το Υπ. Παιδείας. Ακόμα κι αν δεν υπάρχουν παιδιά να παραβρεθούν στην γιορτή, ακόμα κι αν η αίθουσα είναι άδεια, η γιορτή πρέπει να γίνει. Διακρίνεις στα μάτια των δασκάλων ένα είδος αγωνίας για το αν θα έρθουν παιδιά. Μετά από λίγα λεπτά η αγωνία μειώνεται. ‘Ερχεται η 7χρονη Σωτηρία, ο Γιωργάκης και άλλα 2-3 παιδάκια. Κάποια από αυτά φορούν μάσκες. Είναι και οι γονείς τους μαζί. Το τελετουργικό ξεκινά.

 

pedon-3

 

Ποιο σχολείο;

“Μήπως ξέρετε που είναι το σχολείο;” ρωτάμε ένα μέλος του νοσηλευτικού προσωπικού. “Ποιο σχολείο;” μας απαντάει. Μετά από αρκετή ώρα περιπλανώμενοι στα δρομάκια του Παίδων βρεθήκαμε στο Ογκολογικό τμήμα Μαριάννα Βαρδινογιάννη όπου εν τέλει στεγάζονται κάποια τμήματα από το σχολείο (νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο).

“Δουλεύω χρόνια στην εκπαίδευση αλλά δε γνώριζα για την ύπαρξη του συγκεκριμένου σχολείου μέχρι που με διόρισαν από το Υπ. Παιδείας” είπε η Ελένη Κοπανάκη. “Ωστόσο αν ρωτούσατε πού είναι οι δάσκαλοι, θα σας έλεγαν. Οι περισσότεροι δεν ξέρουν ότι έχουμε αίθουσες αφού κυρίως τα μαθήματα γίνονται μέσα στους θαλάμους νοσηλείας”.

“Κάθε μαθητής αποτελεί και ένα τμήμα” λέει ο Νίκος Σαρμάς, διευθυντής του γυμνασίου. “Ειδικά στο ΤΕΝ (Τμήμα Ενδονοσοκομειακής Νοσηλείας) και στο ογκολογικό τμήμα τα μαθήματα γίνονται στο δωμάτιο του κάθε παιδιού ενώ αρκετές φορές το μάθημα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καθώς το παιδί μπορεί να έχει βγει από κάποια εξέταση, εγχείρηση ή να μην αισθάνεται καλά”. Στο Γυμνάσιο εργάζονται 13 καθηγητές ενώ οι ώρες διδασκαλίας είναι πολύ λιγότερες από ένα συμβατικό σχολείο. Για παράδειγμα, ο κάθε καθηγητής διδάσκει 3-4 ώρες την ημέρα και αυτές απογευματινές για να μην δημιουργούν πρόβλημα στους ιατρούς και τους νοσηλευτές τις πρωινές ώρες που πραγματοποιούν τις εξετάσεις των παιδιών.

Το νηπιαγωγείο και το δημοτικό ξεκίνησαν να λειτουργούν το 1988 ενώ το γυμνάσιο το 2001. Μέχρι και το 2010 όπου και δημιουργήθηκε το ογκολογικό τμήμα οι συνθήκες για τους καθηγητές ήταν αρκετά δύσκολες.

Τον πρώτο καιρό, γραφείο μου ήταν το πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου

“Τον πρώτο καιρό, γραφείο μου ήταν το πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου μου” ανέφερε ο Κώστας Κοτζιούλας συνταξιούχος πλέον και πρώτος διευθυντής του Γυμνασίου και συμπληρώνει “την εποχή που ξεκίνησε το σχολείο ήταν σε πειραματικό στάδιο, ήμασταν 15 καθηγητές σε ένα δωμάτιο 3×3. Αγωνιστήκαμε πολύ για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο σημείο που είμαστε σήμερα”. Το σχολείο δε θα ήταν έτσι όπως είναι τώρα χωρίς την πρωτοβουλία των δασκάλων και των καθηγητών.

 

pedon-6

 

Ένα Σχολείο για να ανήκεις

Το σχολείο αυτό αποτελεί μια συνέχεια της κανονικότητας για τα παιδιά. Αισθάνονται ότι υπάρχει μια ρουτίνα στη ζωή τους. Άλλωστε, η εκπαίδευση κατά την διάρκεια της νοσηλείας αποτελεί κομμάτι της θεραπείας. Οι γιατροί, οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι ψυχολόγοι του νοσοκομείου είναι αυτοί που προσπαθούν να ωθήσουν και να πείσουν γονείς και παιδιά για να φοιτήσουν.

Σύμφωνα με έρευνες σε ανάλογα σχολεία του εξωτερικού, τα παιδιά νιώθουν καλύτερα όταν ακολουθούν την κανονικότητα του συμβατικού σχολείου. Για τον λόγο αυτό, άλλη μια πρωτοβουλία των δασκάλων και καθηγητών ήταν η προσπάθεια να φέρουν τα παιδιά σε επαφή με τις τάξεις των σχολείων που πήγαιναν προτού βρεθούν εδώ, με κάμερες και οθόνες στα δύο μέρη. Αυτό βέβαια είναι ένα δύσκολο έργο αφού ούτε η υποδομή υπάρχει, ούτε η υποστήριξη της πολιτείας.

Ιδιαίτερη ανακούφιση νιώθουν όταν τελικά μπορούν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα του σχολείου, όχι στο δωμάτιο τους, αλλά στις αίθουσες. Οι γιατροί προτιμούν τα παιδιά να παρακολουθούν τα μαθήματα στις αίθουσες  γιατί ενεργοποιούνται. “Φανταστείτε ένα παιδί που είναι κλεισμένο στο δωμάτιο για ένα μήνα, πόσο μεγάλη χαρά νιώθει όταν βρεθεί μαζί με άλλα παιδιά”. Το παιδί χάρη στο σχολείο αυτό νιώθει ότι ανήκει κάπου.

 pedon-5 

Τα “εισαγγελικά” παιδιά

Εκτός από τα παιδιά που φοιτούν στο σχολείο λόγω της νοσηλείας τους, υπάρχουν και τρεις ομάδες παιδιών που φιλοξενούνται στο παίδων μετά από εισαγγελικές εντολές. Παιδιά κοινωνικού αποκλεισμού, παιδιά δηλαδή από φτωχές οικογένειες ή από γονείς που δεν μπορούν να τα μεγαλώσουν, παιδιά από χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση και παιδιά από πρώην ανατολικές χώρες.

κανονικά ο χρόνος φιλοξενίας τους στο παίδων θα έπρεπε να είναι 30 μέρες μα στις περισσότερες περιπτώσεις ο χρόνος παραμονής φτάνει και τους 8 μήνες

Αν και κανονικά ο χρόνος φιλοξενίας τους στο παίδων θα έπρεπε να είναι περίπου 30 μέρες μέχρι να μεταφερθούν σε κάποιο ίδρυμα, στις περισσότερες περιπτώσεις ο χρόνος παραμονής φτάνει και τους 8 μήνες. Μετά από πρωτοβουλία των καθηγητών και των δασκάλων (άλλη μια φορά η απουσία της πολιτείας είναι εκκωφαντική) τα παιδιά αυτά κάνουν μαθήματα για τους ίδιους λόγους με τα υπόλοιπα παιδιά. Τα προβλήματα είναι μεγάλα καθώς πολλά από αυτά δεν μιλούν ελληνικά και έχουν βιώσει τραυματικές εμπειρίες είτε λόγω ενδοοικογενειακής βίας, είτε λόγω των πολέμων. Η υποδομή είναι τόσο μικρή που φιλοξενούνται στους ίδιους θαλάμους με παιδιά που είναι άρρωστα. Εδώ ο ρόλος του καθηγητή και του δασκάλου είναι ακόμα πιο περίπλοκος και επίπονος. Η υποστήριξη της πολιτείας όχι απλά είναι μηδαμινή, μα πολλές φορές λειτουργεί αρνητικά απέναντι στις πρωτοβουλίες του εκπαιδευτικού προσωπικού. “Τυχαίνει να γνωρίζω αλβανικά” ανέφερε ο δάσκαλος Τσαντήλας Ιωάννης “και πριν λίγα χρόνια προσπάθησα να οργανώσω μια τάξη μόνο με παιδιά από την Αλβανία, καθώς όπως αντιλαμβάνεστε ο αριθμός τους είναι μεγάλος. Πολύ γρήγορα διάφοροι κύκλοι μου διεμήνυσαν να αφήσω την προσπάθεια αυτή γιατί θα έχω πρόβλημα”.

 pedon-2 

Η Πολιτεία

Το υπουργείο δεν αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα του σχολείου. Απόδειξη η μετατροπή των θέσεων του σχολείου σε οργανικές. “Μόλις έγινε αυτό, το σχολείο αποτέλεσε την τέλεια θέση για ανθρώπους που δεν ήθελαν να δουλέψουν, μιας και οι ώρες διδασκαλίας είναι λίγες. Έχω προσπαθήσει να αποτρέψω καθηγητές να έρθουν εδώ -γνωρίζοντας την μη καταλληλότητα τους- με απίθανους τρόπους. Τους εξηγούσα π.χ. πως θα πρέπει να κάνουν μάθημα σε παιδιά με HIV και αμέσως άλλαζαν γνώμη“ λέει ο Κώστας Κοτζιούλας. “Θα ήταν προτιμότερο να υπάρχει μία επιτροπή του ίδιου του σχολείου που θα αποφασίζει ποιοι εκπαιδευτικοί θα μπορούσαν να διδάξουν εδώ” συνεχίζει. Στην πραγματικότητα, την απαιτούμενη εκπαίδευση την προσφέρουν οι παλαιότεροι καθηγητές και δάσκαλοι. “Δεν υπάρχει κάποια ειδική εκπαίδευση για να έρθεις στο σχολείο αυτό. Ο κάθε εκπαιδευτικός μεταφέρει στον άλλον την εμπειρία του και τις γνώσεις του” μας λέει ο Κισκηρέας Παναγιώτης που βρίσκεται στο δημοτικό από το 1988. “Έχουν υπάρξει καθηγητές και δάσκαλοι που δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις δυσκολίες και έφυγαν”.
Το υπουργείο επιμένει σε μια γραφειοκρατία αποδεικνύοντας εν τέλει την άγνοια του. “Το νηπιαγωγείο, το δημοτικό και το γυμνάσιο έχουν περίπου 800 μαθητές. Ωστόσο ο αριθμός δεν είναι ακριβής. Κάθε μέρα τα στοιχεία αλλάζουν, γι αυτό κάθε μέρα βγάζουμε καινούργιο πρόγραμμα. Δεν υπάρχει σταθερός αριθμός. Μπορεί το Υπ. Παιδείας να θέλει ηλεκτρονικούς δασκάλους, με σταθερούς αριθμούς ωστόσο στο συγκεκριμένο σχολείο όλα αλλάζουν, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό μαθημάτων γίνεται στους θαλάμους” ανέφερε η διευθύντρια του δημοτικού Έυη Παπασπυρίδου.

Δεκάδες φορές Υπουργοί και Υφυπουργοί παιδείας με καλούσαν λέγοντας μου πως θέλουν να κάνουν επίσκεψη στο σχολείο, μα μόλις τους έλεγα πως μπορούν να έρθουν αλλά χωρίς κάμερες τους έφευγε η όρεξη.

“Δεκάδες φορές Υπουργοί και Υφυπουργοί παιδείας με καλούσαν λέγοντας μου πως θέλουν να κάνουν επίσκεψη στο σχολείο, μα μόλις τους έλεγα πως μπορούν να έρθουν αλλά χωρίς κάμερες τους έφευγε η όρεξη. Όλα αυτά τα χρόνια μόνο ένας Υπουργός μας έκανε επίσκεψη χωρίς συνοδείες κλπ” ανέφερε ο επί 14 χρόνια Διευθυντής Γυμνασίου.
Παρόλο που τα περισσότερα σχολεία γενικής παιδείας σήμερα έχουν ελλείψεις, στο σχολείο του Παίδων αυτές είναι λιγότερες καθώς καλύπτονται από χορηγίες και προσφορές ιδιωτών.
Ο Διευθυντής του Γυμνασίου κ. Σαρμάς είπε: “Άλλο ένα πρόβλημα είναι πως, δυστυχώς, δεν υπάρχει Λύκειο λόγω περισσότερων απαιτήσεων, όπως οι πανελλήνιες. Ωστόσο, αναλαμβάνουμε μαθητές Λυκείου και ήδη έχουμε κάνει αιτήσεις στο υπουργείο για να αποκτήσουμε και Λυκειακές τάξεις”.

 
 
pedon-1 

Πυρήνας ηρώων

Η φωνή του Κώστα Κοτζιούλα στο τηλέφωνο έχει μια λογοτεχνική σταθερότητα και χροιά. Βαραίνει κάπως όταν τον ρωτάμε πως είναι η επαφή με παιδιά σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση: “Η διδασκαλία είναι τρομερά απαιτητική και σκληρή. Βαριά συναισθηματικά. Έχω συνταξιοδοτηθεί μα αυτή την σκληρότητα που αντιμετώπισα, βλέποντας παιδιά σε τέτοια κατάσταση, την κουβαλάω ακόμα μέσα μου. Για έναν καθηγητή τα παιδιά που έχουν περάσει από αυτόν είναι τα παράσημα του. Αυτά τα παιδιά όμως είναι η δικαίωση της επιλογής μου να γίνω εκπαιδευτικός. Λίγο πριν βγω στην σύνταξη, χρειάστηκε να κάνω μάθημα σε ένα παιδάκι το οποίο μόλις είχε υποβληθεί σε εγχείρηση στον εγκέφαλο. Τα παιδιά αυτά έχουν παροδική απώλεια μνήμης. Όταν ξεκίνησα το μάθημα, δίπλα μας ήταν και η μητέρα του με το πρόσωπο της γεμάτο αγωνία. Κάποια στιγμή την ώρα που του έκανα απαγγελία ένα ποίημα το παιδί θυμήθηκε πως το είχε διδαχθεί λίγο καιρό πριν μπει στο νοσοκομείο. Γύρισα και κοίταξα την μητέρα του και είχε μεταβληθεί ολόκληρη σε ένα χαμόγελο. Αυτό μου αρκεί.”

Σκεφτόμαστε πως όσα προβλήματα και να υπάρχουν, όσο ελάχιστη και να είναι η υποστήριξη της πολιτείας το σχολείο του Παίδων και όλο το εκπαιδευτικό δυναμικό του προσφέρει χαμόγελα και ευτυχία σε παιδιά-ήρωες. Φάρμακο ισχυρό και αποτελεσματικό όσο λίγα.
Λίγο πιο πέρα η Σωτηρία, που πηγαίνει δευτέρα δημοτικού, μας κοιτάει με τα ζωηρότερα μάτια του κόσμου και μας λέει πως θέλει να μας δώσει συνέντευξη. “Όταν μεγαλώσω θέλω να γίνω κτηνίατρος. Αγαπάω πολύ τα ζώα και θέλω να τα κάνω καλά”. Και είμαστε βέβαιοι πως θα γίνει.