1

Η συνέχεια της δίκης των βασανιστών του Ουαλίντ

 

 

Η δίκη των βασανιστών (Γ. Σγούρδα, Στ. Σγούρδα, F.Zoto και Γ. Ζαχαριάδη) του Αιγύπτιου εργάτη Ουαλίντ Τάλεμπ συνεχίστηκε σήμερα σε μια μεγαλύτερη και ακόμα πιο γεμάτη αίθουσα στο Εφετείο Πειραιά. Ξεκίνησε με την παραίτηση του αρχικού συνηγόρου υπεράσπισης και τη σύντομη εισήγηση του καινούριου δικηγόρου. Ο νέος συνήγορος αποδείχτηκε αδιάβαστος (ίσως γιατί όπως ισχυρίστηκε είχε τη δικογραφία στα χέρια του μόλις 2 μέρες) μιας και σε διάφορες στιγμές η έδρα αλλά και οι δικηγόροι του Ουαλίντ τον διόρθωσαν για τις πληροφορίες που εμπεριείχαν οι ερωτήσεις του αλλά και για πληροφορίες που είχαν ειπωθεί στην προηγούμενη δίκη.

Αποδείχτηκε επίσης, ίσως ο πιο χυδαίος συνήγορος υπεράσπισης που έχω δει στα δικαστήρια των τελευταίων ετών. Αρχικά ζήτησε από τον Ουαλίντ να απαντάει στα ελληνικά και να μην επεμβαίνει η διερμηνέας. Όταν ο Ουαλίντ (και οι συνήγοροι) υποστήριξαν πως δεν μιλάει τόσο καλά ελληνικά και πως θα ήταν πιο εύκολο να υπάρχει η διερμηνέας, ο δικηγόρος των βασανιστών είπε «Αν δε ξέρει να μιλάει ή δεν καταλαβαίνει ελληνικά, μήπως δεν κατάλαβε τι του έλεγαν και κείνη την ημέρα ή τι συνέβη» και το γεμάτο από αλληλέγγυο κόσμο ακροατήριο αντέδρασε. Συνέχισε με διάφορες ερωτήσεις που κυρίως αφορούσαν τις σχέσεις των βασανιστών με τον Ουαλίντ πριν την ημέρα του βασανισμού. Παρόλο που ο Ουαλίντ επανέλαβε αυτά που είχε πει και την προηγούμενη φορά, ότι δηλαδή ο Σγούρδας και οι υπόλοιποι τον κορόιδευαν φωνάζοντας τον με γυναικεία ονόματα ή λέγοντας τον Μοχάμεντ, ειρωνευόμενοι τη θρησκεία του, ο συνήγορος υπεράσπισης επέμενε να προσπαθεί να αποδείξει πως ο Σγούρδας ήταν ένας καλός και τίμιος εργοδότης. Τη ρατσιστική αφήγηση του συνηγόρου υπεράσπισης ήρθαν να συμπληρώσουν τα τόσο-της-μόδας ισλαμοφοβικά σχόλια που ακολουθούν. Ο δικηγόρος των βασανιστών ρώτησε τον Ουαλίντ «τι υπαγορεύει το Κοράνι για όσους προσβάλλουν τη θρησκεία;» αναφερόμενος στα λόγια του Ουαλίντ ότι ο Σγούρδας και οι υπόλοιποι έκαναν ειρωνικά σχόλια για το Ισλάμ. Δεν σταμάτησε όμως στην ερώτηση, πρόσθεσε και το: «γιατί ξέρω τι κάνουν οι Μουσουλμάνοι». Το ακροατήριο τότε άρχιζε να φωνάζει «θα τον βγάλεις και τζιχαντιστή;». Όλα αυτά μέσα στην αίθουσα ενός δικαστηρίου και όχι στο δελτίο του μέγκα των 8.

Σε περίπου εκείνο το σημείο η διερμηνέας σχεδόν λιποθύμησε στα χέρια του Ουαλίντ που καθόταν σε μια καρέκλα δίπλα από το εδώλιο και η δίκη διεκόπη για λίγο. Όταν ξαναγυρίσαμε πίσω στην αίθουσα, ο δικηγόρος των βασανιστών ρώτησε τον Ουαλίντ αν έχει σοβαρά προβλήματα υγείας. Πριν προλάβει να απαντήσει συνέχισε λέγοντας «είπε πως είχε σοβαρό πρόβλημα υγείας αλλά τόση ώρα τον βλέπουμε να είναι όρθιος και να πηγαινοέρχεται». Ο Ουαλίντ είχε όντως στηρίξει τη διερμηνέα προκειμένου να μην πέσει κάτω και αφού είχε κάτσει λίγη ώρα πλάι της, είχε περάσει όλη την υπόλοιπη ώρα σε μια καρέκλα του ακροατηρίου. Όταν ο δικηγόρος ισχυρίστηκε πως ο Ουαλίντ πηγαινοερχόνταν, ακούστηκαν φωνές από το ακροατήριο που έλεγαν «Λες ψέμματα».

Για αρκετές ώρες ο δικηγόρος των βασανιστών προσπαθούσε με απανωτές ερωτήσεις που δεν αφορούσαν τις κατηγορίες, να φέρει το θύμα (ίσως και το ακροατήριο) σε κατάσταση θυμού. Δε δίστασε να προσβάλει το θύμα αρκετές φορές, φτάνοντας μέχρι και στο σημείο να υπονοήσει με ειρωνεία πως ίσως το τρίτο παιδί του Ουαλίντ δεν είναι δικό του. Ο Ουαλίντ σηκώθηκε όρθιος και έδειχνε σχεδόν τρέμοντας στην πρόεδρο τις φωτογραφίες των τριών του παιδιών. Λίγο αργότερα όταν ο δικηγόρος των βασανιστών ρώτησε τον Ουαλίντ γιατί ισχυρίστηκε στην πρώτη του κατάθεση ότι τα χρήματα που είχε πάνω του ήταν δικά του (ενώ σε επόμενη κατάθεση επεξήγησε πως δεν ήταν μόνο δικά του) ο Ουαλίντ του απάντησε «Αν είχες πάνω σου 100 ευρώ και σε συλλαμβάνανε και σε ρωτούσαν ποιανού είναι τα λεφτά, δε θα έλεγες ότι είναι δικά σου;». Τότε, το ακροατήριο χειροκρότησε ενώ η πρόεδρος παρενέβη υπενθυμίζοντας στον συνήγορο υπεράσπισης «πως δεν δικάζεται ο Τάλεμπ σήμερα» και πως θα πρέπει να προσέξει τις ερωτήσεις και το ύφος του για να μειωθούν οι αντιδράσεις. Λίγα λεπτά αργότερα ο συνήγορος υπεράσπισης θα αναφερθεί στο θύμα ως κατηγορούμενο. Εξάλλου τον ανέκρινε επί περίπου 3, 5 ώρες σαν να ήταν κατηγορούμενος.

Φυσικά δεν δίστασε επίσης να ισχυριστεί πως ο Ουαλίντ «έβγαλε τον εαυτό του ως θύμα ρατσισμού προκειμένου να παραμείνει στην Ελλάδα» αλλά και να ρωτήσει αρκετές φορές τον ίδιο τον Ουαλίντ για τα κίνητρα των κατηγορουμένων, λες και θα μπορούσε κανείς να φανταστεί τι οδηγεί κάποιον στο να βασανίσει έναν άνθρωπο για 48 ώρες. Τις περισσότερες φορές επενέβη είτε η δικαστής είτε η εισαγγελέας υπενθυμίζοντας του πως αυτές είναι οι ερωτήσεις για τους κατηγορουμένους και όχι για τον Ουαλίντ. Σε κάποιο σημείο ο συνήγορος υπεράσπισης ρώτησε τον Ουαλίντ «γιατί σας πήγαν στο στάβλο» και εκείνος απάντησε «Ρωτήστε τους» δείχνοντας τον Σγούρδα και τους υπόλοιπους. Λίγο αργότερα ο συνήγορος υπεράσπισης προσπάθησε να επανέλθει στις σχέσεις του Ουαλίντ με τους βασανιστές του πριν την ημέρα του συμβάντος και ανέφερε στο δικαστήριο πως ο ο αδελφός του Ουαλίντ έπαιζε ποδόσφαιρο με τον επίσης κατηγορούμενο, γιό του Σγούρδα. Η πρόεδρος τότε σχολίασε «το ότι έπαιζε μπάλα ο αδελφός του Ουαλίντ με τον Μάνι (έτσι φωνάζουν τον γιό) δεν αποδεικνύει ότι δεν είναι ρατσιστής». Το ακροατήριο χειροκρότησε.

Μετά από περίπου τρεις ώρες τελείωσε η «ανάκριση» του Ουαλίντ που ειδικά προς το τέλος ζήτησε πολύ ευγενικά από το δικαστήριο να τον προστατεύσει από την επίθεση που δεχόταν από τον συνήγορο υπεράσπισης. Ο Ουαλίντ βγήκε από την αίθουσα κυριολεκτικά καταρρακωμένος και υποβασταζόμενος μιας και η διαδικασία ήταν χρονοβόρα και ιδιαίτερα επίπονη.

 

δίκη_walidtalb

 

Μετά από μια μικρή διακοπή, η δίκη συνεχίστηκε με τις καταθέσεις του ανθοπώλη που βρήκε τον Ουαλίντ Ταλέμπ χτυπημένο έξω από το μαγαζί του, τον αστυνομικό Καρανάσιο που έφτασε πρώτος στο συμβάν και την κα Τ. Σταυρινάκη, δικηγόρο και επιστημονική συνεργάτιδα της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Οι δύο πρώτοι, ο ανθοπώλης και ο αστυνομικός, περιέγραψαν το πόσο βαριά χτυπημένος ήταν ο Ουαλίντ όταν τον είδαν, ενώ ο αστυνομικός περιέγραψε την πρώτη κατάθεση του Σγούρδα στην ασφάλεια της Σαλαμίνας. Η κα Σταυρινάκη περιέγραψε τι επικρατούσε στην χώρα όταν έγινε ο βασανισμός του Ουαλίντ και πως την περίοδο αυτή υπήξε αύξηση των ρατσιστικών περιστατικών, ενώ λίγους μήνες πριν είχε γίνει η επίθεση στους συμπατριώτες του Ουαλίντ, τους Αιγύπτιους ψαράδες στην ιχθυόσκαλα, από μέλη της Χ.Α. Η Σταυρινάκη ισχυρίστηκε πως εκείνη την περίοδο ,ειδικά, υπήρχε σχετική ατιμωρησία και ανοχή από την πολιτεία και τους σχετικούς θεσμούς με αποτέλεσμα τα θύματα ρατσιστικής βίας να φοβούνται να πάνε στην αστυνομία καθότι ήξεραν πως δεν αποδοθεί δικαιοσύνη. Επίσης μίλησε για την εργασιακή σχέση Σγούρδα και Ουαλίντ αλλά και όλων των μεταναστών με τους εργοδότες που χαρακτηρίζονται από την τεράστια ανοχή των εργαζομένων προκειμένου να μην χάσουν τη δουλειά τους και την καταπίεση των εργοδοτών προκειμένου να «ξεζουμίσουν» και να κερδίσουν ότι περισσότερο μπορούν από τον εργαζόμενο. Αποδόμησε τις «καλές σχέσεις» που προσπαθούσε να ισχυριστεί ο συνήγορος υπεράσπισης και τον διόρθωσε διάφορες φορές για τις ανακρίβειες που έλεγε σε σχέση με προηγούμενα λεγόμενα της. Ο συνήγορος υπεράσπισης έφτασε μέχρι και στο αστείο σημείο να υπερασπιστεί πως ο Σγούρδας είναι αντιρατσιστής γιατί προσέλαβε έναν αλλοδαπό Αιγύπτιο που κούτσαινε (κάνοντας την μίμηση, αναφερόμενος στο πρόβλημα που είχε ο Ουαλίντ στο γόνατο). Φαίνεται πως η ειρωνεία, η διαστρέβλωση και οι ανακρίβειες είναι τα ιδιαίτερο ταλέντα του κατά τ’ άλλα αδιάβαστου συνηγόρου υπεράσπισης. Αυτό που επίσης φαίνεται είναι πως η έδρα έχει τη διάθεση να διατηρήσει τη δίκη δημόσια και ανοιχτή ενώ δε φαίνεται να είναι διατεθειμένη να επιτρέψει στο νέο συνήγορο να συνεχίσει να ροκανίζει το χρόνο και την υπομονή όλων με τον ίδιο τρόπο.

*Η συνέχεια της δίκης ορίστηκε για τις 30 Απριλίου στον τρίτο όροφο του Εφετείου Πειραιά. Ο Ουαλίντ δεν θα είναι ξανά μόνος του.

 

 

 

 




Ουαλίντ Τάλεμπ

 

Κάθομαι δίπλα στον Ουαλίντ Τάλεμπ (Walid Talb). Είναι ένας πολύ ευγενικός και ντροπαλός άνθρωπος. Χαμογελάει εύκολα και απαντάει με προθυμία σε ερωτήσεις που μια έχουν να κάνουν με τη ζωή στην Αίγυπτο και μια με αυτό που συνέβη τρία χρόνια πριν. Δεν είμαι δημοσιογράφος για να μπορώ να διατηρώ μια συνέχεια στη ροή των ερωτήσεων. Κάθε φορά που περιγράφει μια λεπτομέρεια για αυτό που του έκαναν στη Σαλαμίνα, μου έρχεται αυτόματα η διάθεση να αλλάξω κουβέντα. Να βγω λίγο έξω από το μαγαζί να πάρω μια ανάσα. Απορώ με το κουράγιο αυτού του ανθρώπου. Ο Ουαλίντ Τάλεμπ κάθεται δίπλα μου με το καπέλο και το χαμόγελό του και η ύπαρξή του είναι μια σειρά υπενθυμίσεων.

4

Την ερχόμενη Τρίτη, 10 Μαρτίου, στο τριμελές εφετείο κακουργημάτων Πειραιά θα γίνει η δίκη της υπόθεσης του Αιγύπτιου εργάτη. Η δίκη έχει ήδη αναβληθεί τέσσερις φορές.

Αντιγράφω από την Αυγή (Οκτώβριος του 14): «Σε κλάματα ξέσπασε το θύμα του άγριου βασανισμού Ουαλίντ Ταλέμπ έξω από την αίθουσα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πειραιά, στην είδηση μίας ακόμα αναβολής, της πέμπτης κατά σειρά, για την υπόθεσή του. Και παρά το γεγονός ότι η κακοποίηση του Ουαλίντ από τους εργοδότες του το καλοκαίρι του 2012 στη Σαλαμίνα είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη και είχε προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον, ο άτυχος Αιγύπτιος κατά τη διαδικασία ήταν απελπιστικά μόνος, καθώς το κύμα αλληλεγγύης που είχε τότε ξεσηκωθεί χθες μετριόταν σε μια χούφτα ανθρώπους».

Η ιστορία είναι μάλλον γνωστή. Ή για να είμαι πιο ακριβής, θα πρέπει να πω ότι γνωστή είναι η φωτογραφία που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2012 και η οποία έδειχνε έναν κακοποιημένο άνθρωπο χτυπημένο και τυλιγμένο με μια αλυσίδα να κάθεται μπροστά σε ένα δέντρο. Ο Ουαλίντ Τάλεμπ δούλευε σε ένα φούρνο στη Σαλαμίνα, για λίγο πάνω από ένα χρόνο. Πριν τον Ουαλίντ εργάζονταν στο φούρνο συνολικά τέσσερα άτομα, τρεις έψηναν και ένας μπροστά στην εξυπηρέτηση. Ο Ουαλίντ λέει ότι όταν έπιασε δουλειά αυτός, το αφεντικό του, έδιωξε τους άλλους τρεις «μάστορες» (όπως χαρακτηριστικά τους λέει). Από τρεις μισθούς λοιπόν, έδινε πια μόνο έναν κι αυτόν σημαντικό μειωμένο σε σχέση με τους προηγούμενους. Ο Ουαλίντ έμενε σε ένα σπίτι μαζί με άλλους μετανάστες. Αυτοί, επειδή δεν είχαν χαρτιά και φοβόνταν μήπως τους πιάσει η αστυνομία, έδιναν τα λεφτά που μάζευαν να τα κρατάει ο Ουαλίντ μέχρι να τα στείλουν στην οικογένειά τους στην Αίγυπτο ή όπου αλλού. Ο Ουαλίντ τα κράταγε σε μια τσάντα που έπαιρνε μαζί του κάθε πρωί στο φούρνο. Κάποια μέρα, το ποσό που είχε μαζευτεί στην τσάντα – χωρισμένο σε φακέλους με το όνομα του κάθε μετανάστη – είχε φτάσει στα 12.000. Επειδή ακριβώς το ποσό ήταν μεγάλο, ο Ουαλίντ για να αισθάνεται πιο ασφαλής, είπε στο αφεντικό του για την τσάντα. Του είπε ότι έχει μέσα τόσα χρήματα και ότι την έχει μαζί στο δωμάτιο του μαγαζιού που δούλευε. Σημειώνω ότι τις ίδιες μέρες ο Ουαλίντ είχε ζητήσει από τον ιδιοκτήτη του φούρνου να πληρωθεί, γιατί του οφείλονταν δεδουλευμένα δύο μηνών.

 

2

Ο Ουαλίντ μου λέει ότι το μεσημέρι, λίγο πριν κλείσει το μαγαζί, το αφεντικό του μπήκε στο πίσω μέρος του καταστήματος εκεί που είναι ο φούρνος και τα μηχανήματα, εκεί που δηλαδή δούλευε ο Ουαλίντ. Τον ρώτησε κάτι για τα λεφτά που ζητάει ο Ουαλίντ. Μετά τον χτύπησε. Ύστερα ήρθαν κι άλλοι στο δωμάτιο (ο γιος του αφεντικού κι άλλοι δύο), οι οποίοι συμμετείχαν στο ξύλο. Ο Ουαλίντ μου περιγράφει ότι το αφεντικό του πήρε την τσάντα με τα λεφτά και αφού τον χτύπησαν, τον έδεσαν με αλυσίδες χειροπόδαρα, έφεραν ένα φορτηγάκι και το πάρκαραν στην είσοδο του μαγαζιού. Αφού σιγουρεύτηκαν ότι δεν περνούσε κανείς, τον έβαλαν στο φορτηγάκι. Τον πήγαν σ’ ένα στάβλο και τον έδεσαν. Τον βασάνισαν. Ο ίδιος έκλαιγε και τους παρακαλούσε να ξεσφίξουν την αλυσίδα, γιατί δεν μπορούσε να αναπνεύσει. Φεύγοντας κάποια στιγμή, ο γιος του ιδιοκτήτη, του είπε ότι θα πάει να φέρει όπλο, θα τον σκοτώσουν και θα τον πετάξουν στη θάλασσα. Όταν έφυγαν από το στάβλο, ο Ουαλίντ κατάφερε να δραπετεύσει, σπάζοντας την αλυσίδα που τον κράταγε δεμένο στο ξύλο, με μια πέτρα. Χωρίς να βλέπει καλά και με τις αλυσίδες ακόμη πάνω του, έτρεξε μέσα από χωράφια, μέχρι που κατέρρευσε μπροστά σ’ αυτό το δέντρο που είδαμε όλοι στη φωτογραφία.

Τον βρήκε ένας άνθρωπος, πήγαν στην αστυνομία. Τα κατήγγειλε όλα. Η αστυνομία τον άκουσε και τον κράτησε εκεί. Έμεινε ματωμένος, πρησμένος, με σκισμένο κεφάλι, χτυπημένο πόδι και το αριστερό του μάτι σε κακό χάλι για τρεις μέρες στο κρατητήριο. Δεν είχε χαρτιά βλέπεις. Αμέσως μετά μεταφέρθηκε στο αλλοδαπών. Μετά από 5 μέρες τον πήγαν επιτέλους στο νοσοκομείο.

Όχι δεν πρόκειται για ταινία με θέμα το Mississippi  του 1930. Μιλάμε για τη Σαλαμίνα και την Ελλάδα του 2012. Στο αφεντικό του Ουαλίντ απαγγέλθηκαν κατηγορίες για αρπαγή, ληστεία, απρόκλητη σωματική βλάβη, προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας και απασχόληση αλλοδαπού χωρίς άδεια παραμονής. Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, έχουν υπάρξει ήδη τέσσερις αναβολές στην υπόθεση, η τελευταία επειδή δεν υπήρχε διερμηνέας.

Όσο ακραία κι αν είναι η υπόθεση (είναι όμως στ’ αλήθεια; Ας θυμηθούμε και τη Μανωλάδα) δεν θα πρέπει να ειδωθεί ως μια μεμονωμένη περίπτωση. Ο βασανισμός του Αιγύπτιου εργάτη Ουαλίντ Τάλεμπ έχει πολλές προεκτάσεις και συγκεκριμένο υπόβαθρο. Ο Ουαλίντ περιγράφει ότι κάποια Σάββατα ή Κυριακές, πριν από μοιράσματα της Χρυσής Αυγής, το αφεντικό του έλεγε να ετοιμάσει τυρόπιτες τις οποίες μοίραζε στον πλαϊνό δρόμο του φούρνου στα μέλη της οργάνωσης. Τότε δεν ήξερα τι είναι αυτές οι μπλούζες, λέει.

1

Ο Ουαλίντ λοιπόν είναι το ξένο παράνομο φτηνό εργατικό δυναμικό. Είναι ταυτόχρονα και ο απλήρωτος εργάτης που όταν ζητάει τα δεδουλευμένα του, συναντάει τη γροθιά και το ξύλο. Είναι ο ανώνυμος μετανάστης που πληρώνει στην πράξη και πολύ ακριβά τον ελληνικό φασισμό που επανέκαμψε δριμύτερος τα τελευταία χρόνια. Είναι ο ξένος εργάτης που δουλεύει για τρεις και πληρώνεται λιγότερο απ’ τον έναν. Είναι ο ξένος που πρησμένος και ματωμένος φτάνει στην αστυνομία κι αυτή τον στέλνει όχι στο γιατρό, αλλά στο κελί. Είναι ο μόνος του, που δέχεται απειλές και τραμπουκισμούς και η τριγύρω κοινωνία σωπαίνει, ενώ το κίνημα (κι εγώ μαζί) γράφει ποστ.

Από το Νοέμβριο του 2012  ο Ουαλίντ Τάλεμπ δεν έχει καταφέρει να δουλέψει. Προσπάθησε να δουλέψει σε οικοδομικές εργασίες, αλλά δεν μπορούσε. Έβαφε, αλλά μόλις σήκωνε τα μάτια να κοιτάξει ψηλά, ζαλιζόταν. Εντωμεταξύ καταγγέλλει ότι οι απειλές και οι τραμπουκισμοί συνεχίζονται. Μου λέει, ότι προχθές Δευτέρα, το πρώην αφεντικό του τον πέτυχε σ’ ένα βενζινάδικο. Του φώναζε ότι θα τον σκοτώσει. «Δεν φοβάμαι (γενικά) γιατί έχω κόσμο μαζί μου, αλλά όταν μου φώναζε αυτός χωρίς οι άλλοι να κάνουν τίποτα, φοβάμαι». Ο κόσμος που ήταν εκεί δεν μίλησε. Όταν έφυγε μόνο ο φούρναρης, του είπαν δυο λόγια. Εμείς είμαστε εδώ μη φοβάσαι. Ο Ουαλίντ μου λέει ότι μετά απ’ όλα αυτά, βλέπει (και του λένε) ότι η δουλειά στο φούρνο έχει πέσει. Ίσως είναι κάτι κι αυτό. Αν η ντόπια κοινωνία δεν μιλάει και δεν παρεμβαίνει, τότε ίσως μια ελάχιστη απάντηση είναι σε αυτό το πεδίο, στο οποίο ο κόσμος μας μπορεί να συνεννοηθεί. Στο οικονομικό.

Σήμερα ο 32χρονος Ουαλίντ μου λέει ότι θα ήθελε να μείνει στην Ελλάδα. Να φέρει τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους και να ζήσουν εδώ. Εξακολουθεί να ζαλίζεται μόλις σηκώσει λίγο το βλέμμα. Έχει πρόβλημα με το ένα πόδι και με το αναπνευστικό του. Βλέπει μια φορά τη βδομάδα γιατρό και ψυχολόγο. Ο φόβος είναι ένας πολύ ζόρικος κι επίμονος εχθρός. Ψυχολογικά είναι σε πολύ εύθραυστη κατάσταση, όπως άλλωστε είναι λογικό. Τον βοηθάνε κάποιοι άνθρωποι μεμονωμένοι, για το κίνημα καλύτερα να μη μιλήσουμε. Λέμε να τον κεράσουμε ένα φαΐ, αλλά, είπαμε, ντρέπεται, κάθε φορά που του απευθύνω το λόγο διακόπτει και τις ελάχιστες πιρουνιές του. Δεν θέλει, λέει, λεφτά απ’ το πρώην αφεντικό του. Μόνο όσα πήρε απ’ την τσάντα (τα μισά περίπου επέστρεψε, τα άλλα όχι) για να τα δώσει πίσω στους υπόλοιπους.

Προσπαθώ να τον καταλάβω, είναι αδύνατον. Έχει περάσει από μια κόλαση που δεν μπορεί να συλλάβει το μυαλό μου. Κάνουμε τη γνωστή εξωτική συζήτηση για τα φαγητά. Φαλάφελ (που φτιάχνει για τον αδερφό του τα πρωινά) και ful. Λέει τι ωραίο ψωμί έφτιαχνε. Τυρόπιτες και μπουγάτσες. Λέει για την Αλεξάνδρεια, απ’ όπου ήρθε. Είναι πολύ ωραία. Μιλάει καλά ελληνικά, αλλά τα επίθετα που χρησιμοποιεί είναι περιορισμένα. «Πολύ ωραίο το ful, πολύ ωραίο η Αλεξάνδρεια». Αλλά ο τρόπος που μιλάει υπερνικά τη χρήση του ίδιου επιθέτου. Η φάτσα του, ολόκληρη ένα χαμόγελο, ο τρόπος που κουνάει τα χέρια. Χαίρεται όλος απ’ την κορυφή ως τα νύχια και ίσως για λίγο να ξεχνιέται. Δεν ξέρω, δηλαδή ελπίζω.

Ο Ουαλίντ Τάλεμπ είναι 32 χρονών. Βρίσκεται στην Ελλάδα τέσσερα χρόνια. Δούλεψε, τον λήστεψαν (με χίλιους δύο τρόπους) και τον βασάνισαν. Παραμένει, εν πολλοίς, σχεδόν μόνος. Ο Ουαλίντ Τάλεμπ δεν είναι ο Ουαλίντ Τάλεμπ. Είναι και ο νεκρός Μοχάμεντ Καμαρά που πέθανε στο ΑΤ Κηφισίας και δεν βρίσκονται τα χρήματα για την ταφή του. Είναι και ο ανώνυμος εργάτης που τρέχει και πίσω απ’ αυτόν τρέχουν οι σφαίρες της Μανωλάδας. Είναι και ο ανώνυμος μετανάστης που ξεφτιλίζει ο αστυνομικός έλεγχος στην Γ’ Σεπτεμβρίου. Είναι όλοι οι έγκλειστοι στην Αμυγδαλέζα.

Η ιστορία του είναι η ιστορία των χρόνων μας, η ιστορία της Ελλάδας. Είναι όλη μας η αδράνεια, η αδιαφορία, η απάθεια, ο κυνισμός και η κατρακύλα προς τον φασισμό.

***

+ ένα σχόλιο για τον Ουαλίντ και για μας.

+ η σελίδα στο facebook Αλληλεγγύη στον Ουαλίντ Τάλεμπ




Η νέμεση που δεν έρχεται ποτέ

 

Πριν από λίγες μέρες πραγματοποιήθηκε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ένα συνέδριο με τίτλο «Από την Απελευθέρωση στα Δεκεμβριανά- Μια τομή στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας». Παρακολούθησα την εισήγηση της 21ης Νοεμβρίου σχετικά με τους δοσίλογους και τους συνεργάτες τους. Ένας από τους ομιλητές, ο κος Μ. Αθανασόπουλος, διδάκτωρ Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Πελοποννήσου, αναφέρθηκε στην τιμωρία των δοσίλογων και τις δίκες τους, στην περιοχή της Μεσσηνίας την περίοδο 1945 με 1953. Κατέγραψα κάποιες πληροφορίες από την εισήγησή του. Η στρατηγική που φαίνεται να ακολούθησε το κράτος σε σχέση με τις δεκάδες κατηγορίες που απορρίφθηκαν πριν καν φτάσουν στα δικαστήρια, μου θύμισε τα δεκάδες περιστατικά ρατσιστικής βίας που δεν φτάνουν σήμερα στα δικαστήρια.

Μπορεί η συσχέτιση μεταξύ των δύο να μοιάζει μακρινή, νομίζω όμως ότι υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ τους και αυτό ίσως να είναι η σχέση των θυτών με τους κρατικούς  μηχανισμούς και η ασυλία που τους παρέχεται.

tagmatasfalitis

Ταγματασφαλίτες

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στην περίπτωση τον δοσίλογων της Μεσσηνίας και σύμφωνα με τον Αθανασόπουλο, οι καταγγελίες αφορούσαν «ισχυρούς τοπικούς παράγοντες» και «απλούς πολίτες». Οι κατηγορίες για τους απλούς πολίτες, που αφορούσαν ένα ευρύ φάσμα, «ξεκινούσε από την απλή εκδήλωση φιλοϊταλικών ή φιλογερμανικών αισθημάτων και έφτανε μέχρι τη συνειδητή συνεργασία με τους κατακτητές σε οικονομικό επίπεδο και καταδόσεις, έως και φόνους κρυπτόμενων ανδρών των συμμαχικών δυνάμεων και των Ελλήνων αντιστασιακών». Με λίγα λόγια, οι κατηγορούμενοι ως δοσίλογοι ευθύνονταν είτε για συνεργασία με τον κατακτητή, είτε για καταδόσεις και δολοφονίες αντιστασιακών και συμμάχων.

Σήμερα σώζονται 111 δοσιλογικά βουλεύματα εκ των οποίων μόνο 16 υποθέσεις έφτασαν σε δίκη και τελικά μόνο δύο απ’ αυτές ολοκληρώθηκαν. «Απορρίφτηκαν σχεδόν όλες οι μηνυτήριες καταγγελίες» αναφέρει ο Αθανασόπουλος. Οι λόγοι ποικίλουν και έχουν να κάνουν,  είτε με την ανεπάρκεια των στοιχείων, είτε με την αναίρεση των καταθέσεων των μαρτύρων για διάφορους λόγους. Ο Αθανασόπουλος περιγράφει τη στάση των δικαστικών αρχών ως εξής:  «Οι δικαστικές αρχές προσπαθούσαν να αποσυνδέσουν  τις σχέσεις των ταγμάτων ασφαλείας με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, προκειμένου να βάλουν τις υποθέσεις στο συρτάρι και να δικαστούν ως ποινικοί και όχι ως δοσίλογοι». Συνεχίζει λέγοντας,  ότι προσπαθούσαν να το παρουσιάσουν ως « αντίποινα των πράξεων των ανταρτών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ» ή ως « αποτέλεσμα της εμφύλιας διαμάχης που ήδη είχε ξεσπάσει». Εν ολίγοις, οι δικαστικές αρχές υποστήριζαν με τη στάση τους, ότι οι φόνοι από τα τάγματα ασφαλείας γίνονταν λόγω πολιτικών διαφορών, που προέκυπταν από τις προσωπικές πολιτικές διαφωνίες και δεν είχαν να κάνουν με την στοχοποίηση των αντιστασιακών ή των κομμουνιστών. Κατά συνέπεια, δεν μπορούσαν να στηθούν τα κατηγορητήρια περί δοσιλογισμού  και  δικάζονταν (όσοι δικάστηκαν) σε ποινικά δικαστήρια. Τέλος, οι δικαστικές αρχές, σύμφωνα με την εισήγηση του Αθανασόπουλου, μιλούσαν για «καλά και κακά τάγματα ασφαλείας», προσπαθώντας να αποδώσουν τις πράξεις των δραστών σε μεμονωμένα περιστατικά και όχι στο σύνολο της δράσης και της λογικής των ταγμάτων ασφαλείας.  Με λίγα λόγια, οι δικαστικές αρχές και αντίστοιχα κάποια Μέσα της εποχής εκείνης, προσπάθησαν να αποκρύψουν τις πραγματικές σχέσεις των ταγμάτων ασφαλείας και των πολιτών με τους κατακτητές, προκειμένου πιθανότατα, να μην εκθέσουν τους κρατικούς μηχανισμούς που συνεργάζονταν με τους κατακτητές. (τάγματα ασφαλείας και αστυνομία)

mixaloliakos_pappas

Ρατσιστικές επιθέσεις

Στην περίπτωση των περιστατικών ρατσιστικής βίας, παρατηρούμε τα εξής. Σύμφωνα με την έκθεση του 2013 από το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, έχουν καταγραφεί «166 περιστατικά ρατσιστικής βίας με τουλάχιστον 320 θύματα». Η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων (146) είναι μετανάστες και οι υπόλοιποι είναι άτομα που ανήκουν στη ΛΟΑΤ κοινότητα, καθώς και μια συνήγορος θυμάτων.

Από τα 166 περιστατικά ρατσιστικής βίας που έχουν καταγραφεί από το Δίκτυο, μόνο «33 έχουν καταγγελθεί στην αστυνομία και έχει κινηθεί η ποινική διαδικασία». Σύμφωνα με την ίδια έκθεση «η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων δεν θέλει να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες κυρίως λόγω φόβου που σχετίζεται με την έλλειψη νομιμοποιητικών εγγράφων». Στη συνέχεια όμως αναφέρεται η « απροθυμία ή αποθάρρυνση και  σε ορισμένες περιπτώσεις  άρνηση στην πράξη των αστυνομικών αρχών να συμπράξουν για υποβολή μήνυσης.  Επίσης κάποια θύματα δεν επιθυμούσαν να προβούν σε καταγγελία επειδή έχουν υπάρξει στο παρελθόν θύματα αστυνομικής βίας ή επειδή γνωρίζουν ότι οι θύτες έχουν σχέσεις με την αστυνομία ή και τη Χρυσή Αυγή και φοβούνται ότι θα στοχοποιηθούν. Επίσης αναφέρθηκε η έλλειψη εμπιστοσύνης των θυμάτων στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης με αποτέλεσμα πολλά από αυτά να θεωρούν μάταιο να κινήσουν κάποια διαδικασία».

Στη σελίδα της ομάδας δικηγόρων για την Πολιτική Αγωγή του  Αντιφασιστικού Κινήματος (jailgoldendawn.com) και συγκεκριμένα στην ενότητα με τις Ανεξιχνίαστες Δολοφονίες, παρατηρεί κανείς  ότι ενώ έγιναν δολοφονίες ή επιθέσεις που υπήρχαν μάρτυρες, η αστυνομία δεν προχώρησε τις έρευνες ή έβγαλε γρήγορα πορίσματα περί «ξεκαθαρισμάτων λογαριασμών» ή «αυξημένης εγκληματικότητας στην περιοχή». Ακόμα και σε περιπτώσεις όπου υπήρχαν δημόσιες δηλώσεις των δραστών στο ίντερνετ, οι υποθέσεις μπήκαν στο συρτάρι. Οι πρώτες φορές που αναγνωρίζεται το ρατσιστικό κίνητρο είναι στις δίκες για τον εμπρησμό στο κατάστημα υπηκόου από το Καμερούν στην Κυψέλη και φυσικά σε αυτή των δολοφόνων του Σαχζάτ Λουκμάν.  Σίγουρα οι αποφάσεις αυτές θεωρούνται κομβικές και ενθαρρύνουν τα θύματα να καταγγέλλουν επίσημα τις επιθέσεις, όπως και τις δικαστικές αρχές να προχωρούν στην εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων. Παρόλα αυτά, η εμπειρία μέχρι τώρα μας δείχνει πως κάτι τέτοιο θα αλλάξει μόνο αν σταματήσει η ασυλία των δραστών, των συνεργών τους και κυρίως των επισήμων αρχών που εμπλέκονται.

Ομοιότητες

Όπως ανέφερα και παραπάνω, ίσως η συσχέτιση των δικών των δοσίλογων με αυτές των περιστατικών ρατσιστικής βίας να φαίνεται μακρινή, αλλά η αλήθεια είναι πως υπάρχουν αρκετά κοινά σημεία.

Οι καταγγελίες και στις δύο περιπτώσεις απορρίπτονταν και απορρίπτονται  λόγω ανεπάρκειας των στοιχείων ή λόγω αναίρεσης των καταθέσεων από τους μάρτυρες. Η ανεπάρκεια των στοιχείων αφορά κυρίως τις έρευνες  που χρειάζεται να γίνουν από τις διωκτικές αρχές,  προκειμένου να στηθεί το κατηγορητήριο. Σε πολλές περιπτώσεις, η αστυνομία φαίνεται να κωλυσιεργεί με αποτέλεσμα να εξαφανίζονται κρίσιμα στοιχεία ή να μην κάνει απολύτως τίποτα . Η αναίρεση των καταθέσεων των μαρτύρων έχει να κάνει, υποθέτω,  με το φόβο του στίγματος και της στοχοποίησης. Πολλοί από τους δοσίλογους έμπαιναν μετά την απελευθέρωση στον Εθνικό στρατό και έτσι οι μάρτυρες είχαν πια να αντιμετωπίσουν ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού και όχι απλά έναν άνθρωπο. Άρα οι καινούριες θέσεις που οι πρώην ταγματασφαλίτες άρχισαν να κατέχουν, λειτουργούσαν ως ανασταλτικός παράγοντας για τους μάρτυρες. Αντίστοιχα συμβαίνει και με τα θύματα της ρατσιστικής βίας. Τα θύματα δεν θέλουν να τα βάλουν με τους θύτες γιατί σε πολλές περιπτώσεις, κι αυτό ήδη αποδεικνύεται στην περίπτωση της Χ.Α., σχετίζονται με την αστυνομία ή  καλύπτονται απ’ αυτήν. Και στις δύο περιπτώσεις τα θύματα είχαν να αντιμετωπίσουν κάτι περισσότερο από έναν θύτη. Είχαν να αντιμετωπίσουν το επίσημο κράτος και τους μηχανισμούς του.

Επίσης υπάρχει και ένα ακόμα κοινό στις δυο αυτές περιπτώσεις και αυτό είναι η στάση των δικαστικών αρχών. Τόσο  στις υποθέσεις των δοσίλογων όσο και στα περιστατικά ρατσιστικής βίας που έχουν φτάσει στη δικαιοσύνη, οι δικαστικές αρχές έδειξαν τη διάθεση τους να μπουν οι υποθέσεις στο συρτάρι. Περιγράφοντας τα περιστατικά ως  «ξεκαθαρίσματα λογαριασμών» ή αποτέλεσμα «προσωπικών διαφορών» το κατηγορητήριο είτε κατέρρεε, είτε απλά η υπόθεση εκδικαζόταν σαν μια απλή υπόθεση του κοινού ποινικού δικαίου. Στην περίπτωση των δικών των δοσίλογων, οι δικαστικές αρχές προσπαθούσαν να αποσυνδέσουν τα τάγματα ασφαλείας από τον επίσημο κρατικό μηχανισμό της Κατοχής, όπως για χρόνια προσπαθούσαν (κι ακόμα προσπαθούν) να αποσυνδέσουν τη σχέση της Χ.Α. με την αστυνομία.  Ακόμα και στην περίπτωση της δίκης της Χ.Α. που αναμένεται,  στο βούλευμά του, ο εισαγγελέας Ι. Ντογιάκος απορρίπτει τις καταγγελίες συμμετοχής του Σπυρίδη (αστυνομικός που καταγγέλθηκε ότι εκπαίδευε μέλη της Χ.Α. στη Ρόδο) στη Χ.Α., παρόλο που ο ίδιος κατέβηκε ως υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος με τη Χ.Α., στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές. Μια τέτοια πρόταση από τον εισαγγελέα φανερώνει τη διάθεση των δικαστικών και διωκτικών αρχών να αποφύγουν να ενώσουν τα τάγματα εφόδου της Χ.Α. με την ελληνική αστυνομία και άλλα θεσμικά όργανα.

Όπως προανέφερα, οι δικαστικές αρχές και στη συνέχεια κάποιες εφημερίδες της εποχής, προσπάθησαν να περάσουν συνολικά την εικόνα μιας εμφύλιας διαμάχης. Όταν ξεκίνησαν οι δίκες των δοσίλογων ανά τη χώρα, σχεδόν όλες οι εφημερίδες κράτησαν μια στάση κατά του δοσιλογισμού και έδειξαν πίστη στη δικαιοσύνη ότι θα καταδικαστούν οι δράστες. Κατά τη διάρκεια των δικών, κάποιες εφημερίδες αρχίζουν να αλλάζουν την αφήγηση τους είτε ενισχύοντας το εμφυλιακό κλίμα (θεωρία των δύο άκρων) , είτε υποβιβάζοντας το μέγεθος του δοσιλογιστικού φαινομένου και αποκόβοντας το από το κράτος. Στην εφημερίδα «ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΥΡΗΚΑΣ» οι δοσίλογοι είναι μια «μικρά μειονότης». Στην μεταπτυχιακή εργασία του Γιώργου Νικητόπουλου «Η δίωξη των δοσίλογων της κατοχής στην Πάτρα: τα πρακτικά των δικών και οι εφημερίδες της πόλης» ο ίδιος αναφέρει: «η κριτική του “ΝΕΟΛΟΓΟΥ” (σ.σ. εφημερίδα της εποχής που ισχυριζόταν ότι και το ΕΑΜ συνεργάστηκε με τους κατακτητές) είναι υπερβολική και έχει μάλλον άλλο στόχο από την καταγραφή της αλήθειας. Στην προκειμένη περίπτωση ο “κόκκινος φασισμός” αδυνατεί να ξεχωρίσει από τον Γερμανικό και τον Ιταλικό, με τους οποίους εμφανίζεται να δρα οργανωμένα. Μ’ αυτόν τον τρόπο υποστηρίζεται ότι τα μέσα, οι στόχοι και οι σκοποί μεταξύ τους δεν διαφέρουν σε τίποτα. Κατά συνέπεια ο Γερμανικός φασισμός είναι ταυτόσημος του κομμουνισμού ,συμπέρασμα στο οποίο ουσιαστικά στοχεύει και η εφημερίδα»

Ερχόμενοι στο σήμερα μπορούμε να παρατηρήσουμε την προσπάθεια ορισμένων μέσων (εφημερίδων και καναλιών) να δημιουργήσουν μια παρόμοια θεωρία. Σύμφωνα με το defence.net η δολοφονία Φύσσα «Πρόκειται ξεκάθαρα για συμπλοκή μεταξύ δύο ατόμων και όχι για επίθεση ομάδας ή «τάγματος εφόδου», ενώ στην εφημερίδα Δημοκρατία γράφεται «Οι 600.000 ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως μιάσματα, εγκληματίες ή νεοναζί. Ούτε μπορούν να συνεχιστούν συλλήβδην οι φυλακίσεις των ηγετικών στελεχών της χωρίς χειροπιαστές αποδείξεις που να τεκμηριώνουν εγκληματική δράση στην κατεύθυνση της ανατροπής του Πολιτεύματος. Αν αυτό δεν γίνει γρήγορα αντιληπτό, θα οδηγηθούμε σε καταστάσεις ανωμαλίας, εκτροπής και ρατσιστικού τύπου περιθωριοποίησης του 10% του εκλογικού σώματος. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται…»

Οι συγκεκριμένες ακροδεξιές εφημερίδες επιχειρούν να πετύχουν το ίδιο πράγμα με τις αντίστοιχες εφημερίδες του ’45. Η δολοφονία του Φύσσα είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό προσωπικών διαφορών και η ευθύνη για τη δολοφονία του δεν είναι συλλογική αλλά ανήκει σε κάποιος που λειτούργησαν μεμονωμένα.  Όπως αντίστοιχα και σε κάποιες περιπτώσεις των ταγματασφαλιτών της Μεσσηνίας.

Αντίστοιχα τις επιθέσεις στους μετανάστες προσπαθούν να τη χωρέσουν στην αφήγηση ότι «το κέντρο έχει καταληφθεί από απροσδιόριστες φυλές» που το έχουν μεταβάλει «σε ένα απροσπέλαστο γκέτο βίας, ανομίας, παραβατικότητας και τρόμου» (Γ. Πρετεντέρης, Τα Νέα, 2011)υπονοόντας ότι οι όποιες επιθέσεις είναι αντίποινα της απαράδεκτης κατάστασης που βιώνουμε. Και φυσικά το φτάνουν μέχρι και στο σημείο να μιλήσουν για σοβαρή και ασόβαρη Χρυσή Αυγή (Μπ.Παπαδημητρίου, Σκαϊ, 2013) όπως οι δικαστικές αρχές το ’45 μιλούσαν τότε για καλά και κακά τάγματα ασφαλείας.

Η στάση των δικαστικών αρχών και εν τέλει του ίδιου του κράτους στις υποθέσεις των δοσίλογων το ’45 με ’53 είναι ενδεικτική για να θεωρήσουμε ότι μιλάμε για μια προσπάθεια απόκρυψης της σχέσης των ταγμάτων ασφαλείας με τους κατακτητές. Κάτι αντίστοιχο μπορούμε να πούμε για τη στάση των δικαστικών αρχών και του κράτους σήμερα, σε σχέση με τα περιστατικά ρατσιστικής βίας που φτάνουν στα δικαστήρια. Και σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να πούμε πως επιχειρείται η απόκρυψη της σχέσης των θυτών (που στη πλειοψηφία είναι μέλη ακροδεξιών ομάδων όπως η Χ.Α.) με τους κρατικούς μηχανισμούς (ΕΛ.ΑΣ, Μπαλτάκος κλπ). Όλοι μαζί συγκαλύπτουν τους δράστες και τα πραγματικά τους κίνητρα γράφοντας μια διαφορετική ιστορία. Μια ιστορία που δε μιλάει για φασισμό, ρατσισμό ή κρατική ανοχή. Μια ιστορία που μιλάει για δύο άκρα, για θύματα που έχουν προσωπικές διαφορές με τους θύτες και που τα τάγματα ασφαλείας και αντίστοιχα τα τάγματα εφόδου διαχωρίζονται σε καλά και κακά.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται με διαφορετικό προσωπείο αλλά κοινές τακτικές.  Μέχρι και σήμερα το κράτος χρησιμοποιεί το παρακράτος για να μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει, χωρίς εκκαθαρίσεις ή δικαιοσύνη. Το κράτος βολεύεται από τις δράσεις των εκάστοτε ταγμάτων για να τους κάνει τη βρώμικη δουλειά, όσο εκείνοι τάζουν «εθνική νέμεσι»* και ότι «θα κάνουν τα πάντα» *.

 

 

*1 «Η Εθνική Νέμεσις θα είναι αδυσώπητος» εναντίον των προδοτών της πατρίδας, Γ.Παπανδρέου, 18/10/1944, Ο Λόγος της Απελευθερώσεως.

*2 «Η υπόθεση της Χρυσής Αυγής έχει πάρει τον δρόμο της δικαιοσύνης. Θα κάνουμε τα πάντα», Αντώνης Σαμαράς, 30/09/2013

 

 




Νίκος Ρωμανός: και εγένετο ελληνική δικαιοσύνη.

 

Έκθαμβος ο νομικός κόσμος άκουσε την απόφαση του δικαστικού συμβουλίου που ήρθε να δώσει τέλος στο αίτημα του Νίκου Ρωμανού περί του αυτονόητου: να παρακολουθεί τα μαθήματα της σχολής του, με τις προβλεπόμενες άδειες βάσει του σωφρονιστικού κώδικα. Ανήκουμε λοιπόν σε εκείνη την πολύ προοδευτική χώρα των σύγχρονων Ελλήνων που ανοίγουν δρόμους πολιτισμού, παράδειγμα προς μίμηση για άλλους, της οποίας ο σωφρονιστικός κώδικας προβλέπει το ασύλληπτο μέτρο για τους φυλακισμένους σπουδαστές να εξέρχονται της φυλακής για το αυτονόητο: να σπουδάσουν. Και είτε θέλετε να το πιστέψετε είτε όχι, η χώρα αυτή δε βρίσκεται στο μεσαίωνα. Είναι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, με Χάρτες θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμβαλλόμενη σε διεθνείς συνθήκες προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και άλλα τέτοια ευφάνταστα. Και ευτυχώς που είμαστε έτσι και όχι σαν αυτούς τους καθυστερημένους του Σουηδούς που έχουν καταργήσει το τεκμήριο της επικινδυνότητας και δεν προφυλακίζουν παρά μόνο για λόγους εξαιρετικούς όπως η παρεμπόδιση της έρευνας των γεγονότων ή τους Νορβηγούς που έδωσαν ποινή 21 χρόνων στο νεοναζί Μπρέιβικ για το θάνατο 77 ανθρώπων, έχοντας απόλυτα συναίσθηση ότι η πρόληψη και τα προ «εορτής» μέτρα είναι αυτά που θα πρέπει να βρίσκονται στο κέντρο της δικαστικής – ποινικής διαδικασίας και όχι η εκδικητική μανία κατά των κατηγορουμένων, λες και εμείς δε μπορούμε να βρεθούμε ποτέ σε μία τέτοια θέση.

Ανήκουμε λοιπόν σε εκείνη την προοδευτική χώρα του πολιτισμού που ο Υπουργός Δικαιοσύνης αντιλαμβάνεται τους ομοφυλόφιλους σαν αφύσικους, παραμορφωμένους ψυχικά ανθρώπους που ζητάνε πράγματα οπισθοδρομικά και τερατουργηματικά. Να κατοχυρώνονται νομικά με τους συντρόφους τους, να διεκδικούνε νομικά ίση μεταχείριση χωρίς να πέφτει σε κανέναν λόγο το τι κάνει κάποιος/α με τον εραστή και την ερωμένη του/της λες και ρωτήθηκε ποτέ ο ίδιος τι κάνει τόσα χρόνια στο κρεββάτι του, τι προτιμήσεις έχουν σεξουαλικά και ψυχικά τα παιδιά του, τι νευρώσεις και καταναγκασμούς έχει ο ίδιος ή οι υπόλοιποι βουλευτές που κρύβονται πίσω από τη σιωπή του ανθρώπινου ελλείμματός τους. Η χώρα μας ωστόσο σέβεται τη φύση του ανθρώπου σύμφωνα με αυτόν τον Υπουργό όπως προκύπτει από την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος στις Σκουριές προς χάριν Μπόμπολα και καναδικής εταιρείας, του δάσους στο Πόρτο Καράς προς χάριν Πάχτα και λοιπών, του Ασωπού προς χάριν μικροσυμφερόντων εταιρειών – ψηφοφόρων, της «Σαχάρα» στην Καλλικράτεια, των ελεύθερων αδόμητων χώρων, του ελληνικού και άλλων πολλών προς χάριν ΤΑΙΠΕΔ. Αν έτσι σκέφτεται τη φυσικότητα αυτός ο Υπουργός, τότε μάλλον ο γάμος των ομοφυλόφιλων είναι μονόδρομος.

Ανήκουμε λοιπόν σε εκείνη την προοδευτική χώρα που πας στα δικαστήριά της και νομίζεις ότι πήγες στα Ιεροσόλυμα για προσκύνημα με εικονίδια, κομποσκοίνια, φωτοτυπίες «Αγίων», φωτογραφίες μοναστηριών και άλλα ευφάνταστα να κρέμονται στους τοίχους των δικαστικών μεγάρων ως μάρτυρες της πιθανής μη απονομής δικαιοσύνης αφού ότι επιχειρήματα και να έχουμε στα ακροατήρια η δικαιοσύνη θα απονεμηθεί από έναν κριτή αόρατο, πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων τη λογική αλληλουχία της σκέψης και της νομικής επιστήμης. Και αναρωτιέμαι γιατί να μη γίνονται οι δίκες μέσα στις Εκκλησίες και μπαίνουν οι άνθρωποι σε έξοδα να αγοράζουν χιλιάδες εικονίτσες. Ας το επισπεύσουμε λοιπόν Κύριε Αθανασίου. Είναι εξάλλου δοκιμασμένο παράδειγμα από άλλες εποχές.

Ανήκουμε σε εκείνη τη δημοκρατική χώρα που η Πρόεδρος Δικαστών και Εισαγγελέων βγαίνει δημόσια να κατηγορήσει τη βασική αρχή άσκησης και ελέγχου της δημοκρατίας μας, την Κυβέρνηση, για μη τήρηση των αποφάσεων των δικαστηρίων, για αυθαιρεσία δηλαδή, λέγοντας ότι αυτή η στάση της Κυβέρνησης και του Υπουργού Δικαιοσύνης που βαρύνεται εάν δεν το έχει καταλάβει με την κατηγορία αυτή, αποτελεί κίνδυνο για τους πολίτες, την έννομη τάξη και τη δημοκρατία μας. Και είναι δικαστές σαν την Κυρία Θάνου και τους υπολοίπους, που πρέπει να παρεμβαίνουν υπέρ μας, υπέρ του κράτους δικαίου, των βασικών ανθρωπίνων και εργασιακών δικαιωμάτων, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και να λένε στον κάθε Υπουργό ότι δεν κάνει για αυτή τη θέση και ότι η αυτογνωσία είναι το μεγαλύτερο προσόν ενός σοφού ανθρώπου. Εκτός εάν έχει αποφασίσει να σπάσει τον εσωτερικό του καθρέπτη δια παντός.

Η περίπτωση του Νίκου Ρωμανού, έρχεται να βάλει την ταφόπλακα στην ελπίδα μας ότι η Δικαιοσύνη δε φαλκιδεύεται, δε χειραγωγείται, δεν πολιτικοποιείται, είναι σταθερή αξία μακριά από ανθρώπινες εγγενείς αδυναμίες.

Μετά από όλα αυτά, οι δικηγορικοί σύλλογοι αποφάσισαν αποχή διαρκείας κόντρα σε έναν προσβλητικό νέο κώδικα πολιτικής δικονομίας που μοιάζει σαν δίδυμος αδερφός με την απόφαση του δικαστικού συμβουλίου περί μη χορήγησης άδειας σπουδών στο Νίκο Ρωμανό. Η αποχή έρχεται να λάβει το ηθικό εκείνο βάρος της γενικότερης υπονόμευσης της απονομής δικαίου, όπως στην περίπτωση της αθώωσης του βουλευτή της Χρυσής Αυγής για τις καταστροφές των πάγκων των μικροπωλητών αλλοδαπών σε λαϊκή στο Μεσολόγγι, στην ευνοϊκή μεταχείριση των νταβατζήδων στη Μανωλάδα και πλέον στην εκδικητικότητα σε βάρος ενός νέου ανθρώπου, που είχε την ατυχία να αποτελέσει το πολιτικό άλλοθι μίας κυβερνώσας τάξης, άκρως συντηρητικής και οπισθοδρομικής. Μία τέτοια δικαιοσύνη δε μας αξίζει. Μας υποτιμά ως ανθρώπινα λογικά όντα. Ως πολιτισμό ελληνικό, ευρωπαϊκό, παγκόσμιο. Μας κατατάσσει στους καθυστερημένους, στους προβληματικούς, στου μίζερους, στους θλιμμένους.

Ο Νίκος Ρωμανός είναι ένα σημαίνον. Είναι το παιδί με το παχύ αόρατο μουστάκι. Είναι ο γιος που θα θέλαμε όλοι να έχουμε. Είναι η πυξίδα σε ένα βουνό γεμάτο ομίχλη. Είναι το χέρι που ανοίγει το κλουβί και χαρίζει ελευθερία. Είναι η άλλη οπτική, η παλιά, η αυθεντική, μετουσιωμένη σε ένα νέο σώμα, έτοιμο να εκραγεί. Ο Ρωμανός είναι επιτέλους ένα πρόσωπο που ταυτίζεται με τη φωτογραφία και τη γεμίζει με άνεση. Είναι το τρομερό παιδί του Κοκτώ και η μίμηση της πατρικής θυσίας του Σάρτρ.  Εδώ η απεργία πείνας είναι το εικονοστάσι και το θαύμα. Και είναι από τις λίγες φορές τα τελευταία χρόνια που το θαύμα φαίνεται και πανθομολογείται.

 

* foto εξωφύλλου: Howard Ignatius




μιλώντας για ελευθερία

 

Περιμένοντας την απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου Πειραιά σχετικά με τις άδειες του Νίκου Ρωμανού, μπορούμε μετά από 23 μέρες απεργίας πείνας του αναρχικού κρατούμενου να κάνουμε κάποιες σκέψεις.

** Εντωμεταξύ η απόφαση βγήκε και το Συμβούλιο απέρριψε την αίτηση του Ρωμανού για τη χορήγηση αδειών. **

Πρώτα απ’ όλα, επειδή ήμουν μπερδεμένος σχετικά με την αιτία στέρησης του δικαιώματος της άδειας, ρωτώντας δεξιά και αριστερά διαπίστωσα τα εξής: Ο Νίκος Ρωμανός δεν έχει στερηθεί την άδειά του επειδή είναι κρατούμενος σε φυλακές τύπου Γ’.

Αφού πέρασε δίνοντας πανελλήνιες στο ΤΕΙ Αθηνών, έκανε αίτηση στην Κεντρική Επιτροπή Μεταγωγών του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την μεταγωγή του από το Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα, όπου ήταν κρατούμενος, στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού, για να βρίσκεται πιο κοντά στη σχολή του.  Το αίτημά του αυτό εγκρίθηκε και έτσι μέχρι πριν την απεργία ήταν κρατούμενος στον Κορυδαλλό, δηλαδή σε φυλακή τύπου Α΄. Όταν ο Νίκος Ρωμανός, ζήτησε από το Πειθαρχικό Συμβούλιο της Φυλακής Κορυδαλλού να του χορηγηθεί η εκπαιδευτική άδεια που δικαιούται, το Συμβούλιο, ζήτησε τη σύμφωνη γνώμη του Ειδικού Εφέτη Ανακριτή Αθηνών, επειδή σε βάρος του εκκρεμούν τρία εντάλματα προσωρινής κράτησης (τα οποία έχει εκδώσει ο ίδιος). Ο ανακριτής λοιπόν, με το επιχείρημα ότι προέχει η εξασφάλιση της παρουσίας του Ρωμανού στο Δικαστήριο, ώστε να είναι σίγουρο ότι αν καταδικαστεί για κάποιο αδίκημα θα μπορέσει να εκτελεστεί η ποινή του, απέρριψε το αίτημα για τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας.

Ως προς τις φυλακές Τύπου Γ’, αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλο που έχει θεσπιστεί το νομοθετικό πλαίσιο δεν έχουν ακόμη λειτουργήσει.

Επιπλέον, όταν λειτουργήσουν, θα είναι εύκολο για το Κράτος να στείλει τον Νίκο Ρωμανό στις φυλακές τύπου Γ΄, επειδή αφενός κατηγορείται για το αδίκημα του 187Α ΠΚ και αφετέρου έχει καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης ανώτερη των δέκα ετών. Σύμφωνα με το νέο νόμο, σ’ αυτή την περίπτωση, αν κριθεί από τα αρμόδια όργανα ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την ασφάλεια της χώρας και τη δημόσια τάξη, καθώς και για την τάξη και την ασφάλεια στα καταστήματα κράτησης Α’ ή Β’ τύπου, θα οδηγείται σε φυλακή τύπου Γ’. Φαντάζομαι ότι τα αρμόδια όργανα δε θα χρειαστεί να το σκεφτούν πολύ. Για να είναι αναρχικός πρέπει να είναι και επικίνδυνος.

Δεν ξέρω τι μπορεί να άλλαξε και πρώτα εγκρίθηκε η μεταγωγή στον Κορυδαλλό για να είναι κοντά στη σχολή και μετά κρίθηκε ότι δεν μπορεί να πάρει εκπαιδευτική άδεια γιατί τάχα φοβούνται ότι θα δραπετεύσει και δε θα είναι στις επόμενες δίκες που εκκρεμούν.

φωτογραφία (17)

τρικάκι από την πορεία της 2/12

Όπως και να  ‘χει, το θέμα της απεργίας πείνας του Νίκου Ρωμανού είναι πολύ σοβαρότερο από μια νομική συζήτηση (την οποία και δεν είμαι ικανός να κάνω έτσι κι αλλιώς). Διαβάσαμε τα πάντα σχετικά με αυτή την απεργία πείνας. Πρώτα απ’ όλα είδαμε επιδείξεις πατερναλισμού απ’ όλες τις πλευρές και άκρατη ψυχολογιοποίηση. Ο άνθρωπος που είδε τον φίλο του να πεθαίνει από τις σφαίρες του αστυνομικού. Φυσικά όποιος έχει μια τέτοια εμπειρία, θα επηρεαστεί, δεν μπορούμε να το αρνηθούμε αυτό. Θα γίνει πιο αποφασισμένος ή πιο φοβισμένος, πιο ευαίσθητος ή πιο σκληρός. Ποιος ξέρει; Αλλά απ’ αυτό το σημείο μέχρι να αποδώσουμε τα πάντα εκεί και να ισοπεδώσουμε όλα τα υπόλοιπα υπάρχει μεγάλη απόσταση. Σίγουρα το να μιλάμε για την ψυχολογία και το τι πέρασε το παιδί είναι μια βολική απόφαση και επιλογή. Όπως σε ένα σωρό άλλα θέματα (πχ. μας ενδιαφέρει που τα παιδιά των Σύριων προσφύγων κρυώνουν, η ευαισθησία μας φτάνει εκεί, αλλά δεν αναρωτιέται τίποτα περισσότερο), επιλέγουμε τον τρόπο συζήτησης που αφήνει απ’ έξω όσο περισσότερο γίνεται την πολιτική.

Κι ας λέει η γιατρός Λίνα Βεργοπούλου ότι ο Ρωμανός δεν είναι θυμωμένος, ότι δεν πάσχει από κάποια ψυχοπαθολογική διαταραχή. Κι ας διαβάζουμε τα κείμενα του Ρωμανού κι ας παρακολουθούμε τη στάση του, που είναι εξόχως πολιτική και συγκεκριμένη με λόγο και επιχειρήματα. Προτιμάμε να συνδέουμε διαρκώς την κατάσταση με τον Γρηγορόπουλο για να φτάνουμε σε ένα συμπέρασμα εύκολο και συναισθηματικό. Να του δώσουμε την εκπαιδευτική άδεια γιατί πέρασε δύσκολα, ουσιαστικά να κάνουμε μια χάρη, να δώσουμε κάτι στον Ρωμανό γιατί είναι λεπτό το ζήτημα. Αυτό υποστηρίζει αυτή η αφήγηση. Αλλά ο Ρωμανός δεν ζητάει μια χάρη ή μια καλύτερη μεταχείριση γιατί δεν αισθάνεται καλά. Ο Ρωμανός είναι σαφής, διεκδικεί μια ανάσα ελευθερίας. Και τη διεκδικεί ως αναρχικός κρατούμενος απεργός πείνας.

φωτογραφία (18)-001

τρικάκι από την πορεία της 2/12

Ο πατερναλισμός όμως είναι πάντα η εύκολη επιλογή, καθώς όποιος τον υιοθετεί δεν ζητά από τον εαυτό του τίποτα, μόνο τον βάζει σε  ένα βάθρο και προσφέρει απλόχερα συμβουλές, χάρες, σοφίες. Καμία ευθύνη και καμία συζήτηση. Έτσι φτάνουμε στο σημείο να γράφει ο Καρελιάς στο protagon «αν ήταν παιδί μου θα του έλεγα σταμάτα». (Και να κάποτε πρέπει να γραφτεί ένα συνολικό σχόλιο για όλους τους αρθρογράφους της πάλαι ποτέ «προοδευτικής» Ελευθεροτυπίας που γέμισαν τα δολ και τα πρόταγκον και γράφουν για το νόμο την τάξη και το αδιατάρακτο της οικονομικής δραστηριότητας). Ή φτάνουμε στα άρθρα του Πετρουλάκη για τα οποία γίνεται η συζήτηση για το αν ζητάνε ή δε ζητάνε δήλωση μετάνοιας (δε ζητάνε, ο ίδιος επιχειρεί να το ξεκαθαρίσει). Μα το πρόβλημα στα όσα γράφει ο Πετρουλάκης δεν είναι η έμμεση ή όχι απαίτηση για δήλωση μετάνοιας. Είναι το εμείς, το ζητάμε, αυτό το καταραμένο πρώτο πληθυντικό που χρησιμοποιεί όταν ζητάει αυτή την έντιμη συμφωνία. Από ποια θέση μιλάει ο δημοσιογράφος που κρίνει επικίνδυνο έναν άνθρωπο (κρατούμενο ή όχι δεν έχει σημασία) και ζητάει να κάνει ο άνθρωπος αυτός μια συμφωνία «μαζί μας» ότι δε θα παρανομήσει; Ποιοι είμαστε εμείς; Πώς ξέρει ότι η κοινωνία φοβάται τον Ρωμανό; Αυτοπροσδιορίζεται κάποιος ως τράπεζα και φοβάται μην τον ληστέψει ή του επιτεθεί; Τι είδους είναι η απειλή που εξαπολύει ο Ρωμανός και ο κάθε Ρωμανός προς το πολίτευμα; Πώς ένιωσε ότι κινδυνεύει ο δημοσιογράφος και ζητά τώρα εξ ονόματος της κοινωνίας να κάνει συμφωνία ο Ρωμανός (λαϊκίζοντας δε ασύστολα, χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «τιμή» και άλλες ασυναρτησίες); Πότε ως κοινωνία φορέσαμε στολή, βάλαμε καπέλο, παίξαμε τους δικαστές και ζητάμε από κρατούμενους να μας υποσχεθούν ότι δε θα μας πειράξουν;

Αλλά όλες αυτές οι συζητήσεις, πότε περί δήθεν επικινδυνότητας και πότε περί παιδιού που πρέπει να αγκαλιάσουμε, έχουν το ίδιο αποτέλεσμα (ακούσια ή εκούσια). Αποπολιτικοποιούν τον ίδιο το Ρωμανό αλλά και τα γενικότερα ζητήματα. Ο Ρωμανός ζητάει μια ανάσα ελευθερίας και δικαίως και δεν μπορεί η νομικίστικη συζήτηση να μας οδηγήσει, κατά την άποψή μου, πουθενά. Δικαιούται τις άδειες και πρέπει να τις πάρει. Γιατί του επέτρεψαν να δώσει πανελλήνιες και γιατί ενέκριναν τη μεταγωγή του. Γιατί δεν γίνεται να αποφασίζουν με βάση το αν ένας άλλος κρατούμενος απέδρασε. Γιατί μιλάμε για εκπαιδευτικές άδειες και για έναν κρατούμενο 20 χρονών που θα περάσει χρόνια μέσα στη φυλακή. Γιατί κάθε κρατούμενος δικαιούται μια ανάσα ελευθερίας. Και γιατί η συζήτηση είναι για την ελευθερία.

Δικαιούται τις άδειες και πρέπει να τις πάρει. Και ένα κίνημα αλληλεγγύης προς το Νίκο Ρωμανό φυσικά πρέπει να έχει ως πρώτο και κύριο στόχο να του δοθούν οι άδειες και να σταματήσει γρήγορα την απεργία πείνας ώστε να μην κινδυνέψει η υγεία του.

Αλλά το ίδιο κίνημα θα πρέπει να βλέπει το συνολικότερο πολιτικό ζήτημα. Θα πρέπει να ζητά την κατάργηση του τραγικού νόμου για τις φυλακές τύπου Γ’ και θα πρέπει να ζητά να παίρνουν άδειες όλοι οι κρατούμενοι. Γιατί ακόμη κι αν πάρει ο Ρωμανός άδεια τώρα, ο νόμος για τις φυλακές τύπου Γ’, αυτή η επιτομή της βαρβαρότητας, θα μπορέσει να του τις στερήσει στο μέλλον, και του ίδιου και ένα σωρό άλλων κρατουμένων. Γιατί αυτός ο νόμος χρησιμοποιώντας ως κριτήριο την ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση ή την επικινδυνότητα για τη δημόσια τάξη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκδικητικά και αυταρχικά, ιδιαίτερα από ένα ακροδεξιό κράτος όπως το σημερινό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε άλλωστε ότι με το 187Α, (το άρθρο για τις τρομοκρατικές οργανώσεις) κατηγορούνται και κινδυνεύουν να κατηγορηθούν πρακτικά πλέον μόνο αναρχικοί. Ένα κίνημα λοιπόν αλληλεγγύης στον Νίκο Ρωμανό, αντιλαμβάνεται ότι κομμάτι του αγώνα είναι και η αντίδραση στις διαρκείς διώξεις και βασανισμούς ανθρώπων, που ανήκουν στον αναρχικό χώρο. Άλλωστε ο ίδιος ο Ρωμανός χτυπήθηκε από τους προστάτες της έννομης τάξης, όπως προκύπτει από την υπόθεση στο Βελβεντό, όπου το δικαστήριο δέχτηκε ότι οι κατηγορούμενοι δεν αντιστάθηκαν ή επιτέθηκαν στους ένστολους.

Χθες το βράδυ, την ώρα του δελτίου ειδήσεων του Σκάι, η παρουσιάστρια βλέποντας την εικόνα ενός καμένου αυτοκινήτου σχολίασε «κοίτα τι γίνεται στα καλά καθούμενα». Είναι εντυπωσιακό πως η απεργία πείνας ενός κρατούμενου που ζητά εκπαιδευτική άδεια θεωρείται τα «καλά καθούμενα». Είναι εντυπωσιακό ότι όλο και περισσότερο, όλο και περισσότερα μπαίνουν στην κατηγορία «καλά καθούμενα» και το μόνο που  σηκώνει πια την τρίχα και προκαλεί ταραχή είναι μια σπασμένη τζαμαρία και ένα καμένο λάστιχο. Το μόνο που ζητάει ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας είναι μια έντιμη συμφωνία για τάξη, περισσότερη τάξη, ακόμη περισσότερο τάξη.

*

και το σημερινό κείμενο του Νίκου Ρωμανού μετά την απόρριψη του αιτήματός του: Χορεύοντας με τον θάνατο για 24 μέρες.

IMG_1311

τρικάκι από την πορεία της 2/12

 

* φωτογραφία εξωφύλλου από τον Vag Stefanou




Η δίκη της Χρυσής Αυγής και η σημασία της: Συνέντευξη με τον Θ. Καμπαγιάννη

 

 

Σε λίγους μήνες, θα ξεκινήσει μια από τις πιο σημαντικές δίκες των τελευταίων δεκαετιών, η δίκη της Χρυσής Αυγής. Με την πλειοψηφία των μελών της κοινοβουλευτικής της ομάδας προφυλακισμένη, οι αποκαλύψεις για τις συνομιλίες, τις σχέσεις και την οργάνωση των δράσεων είναι αδιάκοπες. Ο Θανάσης Καμπαγιάννης, μέλος της πρωτοβουλίας δικηγόρων για την πολιτική αγωγή του Αντιφασιστικού Κινήματος και της ΚΕΕΡΦΑ θα είναι στη δίκη ως ένας από τους δικηγόρους της πολιτικής αγωγής των Αιγύπτιων Αλιεργατών. Μιλάει στο the cricket για την δίκη της Χρυσής Αυγής (από πολιτική, κοινωνική και τεχνική πλευρά), σχολιάζει το βούλευμα του εισαγγελέα Ντογιάκου, μιλάει για το ρόλο που έπαιξε η δίκη και η απόφαση Λουκμάν, καθώς και για το τι επέλεξαν (το κράτος και η κυβέρνηση) να μείνει έξω από τη δικογραφία.

η εγκληματική οργάνωση είναι το πολιτικό κόμμα Χρυσή Αυγή

The CricketΠλησιάζοντας στη δίκη της Χρυσής Αυγής και κοιτώντας από κάποια απόσταση τη δίκη Λουκμάν, στην οποία ήσουν ένας από τους δικηγόρους της πολιτικής αγωγής, ποιο ρόλο πιστεύεις πως έπαιξε η δίκη (και η απόφαση) για τον Σεχζάτ Λουκμάν στην ίδια την υπόθεση της Χ.Α.;

Θ. Καμπαγιάννης: Η υπόθεση Λουκμάν ήταν εμβληματική σαν υπόθεση καταδίκης ρατσιστικής βίας, γιατί έσπασε για πρώτη φορά την παράδοση που ήθελε το κράτος να αρνείται στην πραγματικότητα να παραδεχτεί ότι υπάρχουν εγκληματικές πράξεις με ρατσιστικό κίνητρο. Αυτό το πράγμα είχε φανεί από την πρώτη στιγμή με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν οι διωκτικές και οι δικαστικές αρχές την ίδια την υπόθεση Σαχζάτ Λουκμάν. Την αντιμετώπισαν δηλαδή σαν μια υπόθεση ενός τυχαίου περιστατικού, ενός καβγά που έγινε στο δρόμο από έναν άνθρωπο που έκλεινε με το ποδήλατο του το δρόμο σε δυο επιβαίνοντες σε μια μοτοσικλέτα. Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο εισήχθη η συγκεκριμένη υπόθεση στο ακροατήριο. Άρα ήταν πάρα πολύ σημαντικό το γεγονός ότι στη διάρκεια της δίκης η κατηγορούσα αρχή, η εισαγγελέας και στη συνέχεια το δικαστήριο αναγκάστηκαν να κάνουν μια στροφή 180 μοιρών και να αποδεχτούν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση είχε ρατσιστικά κίνητρα.
Η υπόθεση Λουκμάν είχε σημασία και ως προς την ίδια την υπόθεση της Χ.Α.. Αυτό το πράγμα φαίνεται με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο από το εξής παραλειπόμενο: Τον Δεκέμβρη του 2013, είχε συζητηθεί η προφυλάκιση ή μη, του Λιακόπουλου και του Στεργιόπουλου, των δυο δολοφόνων του Λουκμάν, στα πλαίσια της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή και όχι δηλαδή στα πλαίσια της ανθρωποκτονίας. Υπήρχε μια διαφωνία ανάμεσα στην ανακρίτρια, την κα Κλάπα και τον εισαγγελέα τον κο Ντογιάκο. Ο κος Ντογιάκος στην εισαγγελική του πρόταση, είπε ότι η υπόθεση Λουκμάν είναι μια υπόθεση μεμονωμένου τυχαίου περιστατικού, χωρίς ρατσιστικό κίνητρο. Αντίθετα η ανακρίτρια είπε ότι ήταν μια ρατσιστική επίθεση και σχετίζεται με τη Χ.Α.. Τότε, το συμβούλιο έκρινε, με 2 ψήφους υπέρ του εισαγγελέα και 1 ψήφο υπέρ της ανακρίτριας. Σήμερα, ο ίδιος εισαγγελέας, ο κύριος Ντογιάκος, στην εισαγγελική του πρόταση αποδέχεται ότι η υπόθεση Σαχζάτ Λουκμάν είναι μια υπόθεση ρατσιστικής δολοφονίας και ότι θα πρέπει να διερευνηθεί το αν οι δράστες του συγκεκριμένου εγκλήματος έπραξαν τη συγκεκριμένη δολοφονία στα πλαίσια της εγκληματικής οργάνωσης. Από αυτό και μόνο το παραλειπόμενο μπορεί κανείς να καταλάβει πόσο μεγάλη ήταν η σημασία και η επίδραση της απόφασης του δικαστηρίου στους ίδιους τους θεσμούς, στους ίδιους τους κρατικούς μηχανισμούς. Και από αυτή την άποψη θεωρούμε ότι ήταν μια σημαντική νίκη το γεγονός ότι η συγκεκριμένη υπόθεση κερδήθηκε με τον τρόπο που κερδήθηκε.

 

The Cricket: Πώς φτάσαμε στο σημείο το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής να βρίσκεται ενώπιον των δικαστηρίων; Πρόκειται για έναν κρατικό σχεδιασμό (με τη μορφή της εσωτερικής αναδιάρθρωσης, «επίλυσης» εσωτερικών ανταγωνισμών) ή για μια εξέλιξη που πυροδότησαν κοινωνικές, συλλογικές, δημοσιογραφικές αντιδράσεις και αποκαλύψεις; Ή ένας συνδυασμός και των δύο;

Θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ καθαροί ότι είναι η κυβέρνηση η οποία αποφάσισε να παρέμβει και όχι το βαθύ κράτος. Οι κρατικοί μηχανισμοί έχουν δείξει πάρα πολύ μεγάλη ανοχή στη δράση της ΧΑ και πάρα πολύ μεγάλη συγκάλυψη.

 

The Cricket: Περίγραψέ μας λίγο την τεχνική πλευρά της δίκης. Πόσοι/ποιοι είναι οι κατηγορούμενοι, ποιες είναι οι διώξεις κλπ. Τι θα γίνει με το ζήτημα της δημοσιότητας;

Θ. Καμπαγιάννης: Αυτή τη στιγμή γνωρίζουμε μόνο την πρόταση του εισαγγελέα. Θα πρέπει συνεπώς να περιμένουμε την απόφαση του Συμβουλίου Εφετών, που με βούλευμά του θα στείλει την απόφαση στο ακροατήριο. Αλλά με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, με βάση την εισαγγελική πρόταση, υπάρχουν 70 κατηγορούμενοι, οι 67 από αυτούς είναι για την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης, και καθώς η μια είναι ανήλικη, θα έχουμε 66 κατηγορούμενους στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης. Δεν κατηγορούνται όμως μονάχα για τη συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση, κατηγορούνται και για διάφορες επιμέρους αξιόποινες κακουργηματικές πράξεις.
Έτσι λοιπόν θα συνεκδικαστούν μαζί με την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης διάφορες υποθέσεις. Προφανώς η πιο εμβληματική υπόθεση είναι η υπόθεση της ανθρωποκτονίας του Παύλου Φύσσα, στην οποία οι κατηγορούμενοι είναι 18. Θα δικαστούν οι δράστες της απόπειρας ανθρωποκτονίας των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στις 12/09/2013 και οι δράστες της απόπειρας ανθρωποκτονίας των Αιγύπτιων αλιεργατών τον Ιούνιο του 2012 στο Πέραμα, όταν η τοπική οργάνωση Περάματος με επικεφαλή τον υπεύθυνο της, τον Πανταζή, εισέβαλλαν στο σπίτι των ψαράδων. Τέλος, θα συνεκδικαστεί και ένας κακουργηματικός εμπρησμός σε βάρος Πακιστανών εργατών στην Ιεράπετρα της Κρήτης. Αυτές είναι οι βασικές υποθέσεις οι οποίες πρόκειται να συνεκδικαστούν. Υπάρχουν και κάποιες επί μέρους πράξεις, πλημμεληματικές, οι οποίες συνεκδικάζονται μαζί με τις συγκεκριμένες πράξεις. Μιλάμε δηλαδή για την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης και άλλα τέσσερα βαριά κακουργήματα.
Είναι προφανές ότι από τη στιγμή που ο κάθε κατηγορούμενος έχει τη δυνατότητα να έχει μέχρι τρεις δικηγόρους, στην υπόθεση αυτή θα υπάρχουν σίγουρα πάνω από 100 δικηγόροι των κατηγορούμενων. Πολιτική αγωγή αυτή τη στιγμή έχουν δηλώσει η οικογένεια του Παύλου Φύσσα, οι Αιγύπτιοι ψαράδες και οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ, άρα αυτή θα είναι η διάταξη των δυνάμεων μέσα στη δίκη. Από κει και πέρα, το ζήτημα της δημοσιότητας είναι κάτι το οποίο μπορεί να κριθεί μέσα στο ίδιο το δικαστήριο, μέσα στο ακροατήριο. Υπάρχει το ζήτημα του αν θα προβληθεί τηλεοπτικά η συγκεκριμένη δίκη, κάτι που έχει αποφασιστεί σε προγενέστερες δίκες, αλλά αυτό είναι απόφαση του δικαστηρίου και άρα θα το γνωρίζουμε τότε.

 

The Cricket: Βούλευμα Ισ. Ντογιάκου. Τα Μέσα το περιέγραψαν ως καταπέλτη. Είναι τελικά τόσο ανατρεπτικό; Καθορίζει τόσο πολύ την εξέλιξη της δίκης και αν ναι τι μας δείχνει το βούλευμα;

η δικαστική εξουσία θέλει, μαζί με την κυβέρνηση και το κράτος, να κρατήσουνε τον τίτλο της τρομοκρατικής οργάνωσης για κάποιες μονάχα οργανώσεις και να χρησιμοποιήσουνε για τη ΧΑ τον τίτλο της εγκληματικής οργάνωσης

 

The Cricket: Ποιες κατά την άποψή σου είναι οι «σημασίες» της επικείμενης δίκης, από νομική καταρχήν, αλλά και από πολιτική, κοινωνική και κινηματική σκοπιά;

Θ. Καμπαγιάννης: Να ξεκινήσουμε κοιτάζοντας τη σημασία της συγκεκριμένης δίκης από τη νομική πτυχή. Πρώτον, μια δικαστική απόφαση η οποία θα κρίνει ότι η Χ.Α. είναι μια εγκληματική οργάνωση, θα αποτελέσει μια απόδειξη ότι μια σειρά από εγκληματικές ενέργειες, όχι μονάχα πρόσφατες αλλά και παλιότερες , είχαν να κάνουν με μια τρομοκρατική οργάνωση. Αναφέρομαι στην απόπειρα ανθρωποκτονίας του Δημήτρη Κουσουρή τη δεκαετία του ’90 αλλά και σε πολλές άλλες επιθέσεις. Αν λοιπόν κριθεί ότι η Χ.Α. είναι μια εγκληματική οργάνωση, το γεγονός αυτό θα έχει μεγάλη νομική σημασία και για εκκρεμούσες ποινικές διώξεις. Για δίκες οι οποίες δεν έχουν ακόμη γίνει, αλλά τις περιμένουμε. Για παράδειγμα, φανταστείτε τι σημασία θα έχει στην εκδίκαση της υπόθεσης της Σκορδέλη, που μαζί με άλλους δυο χρυσαυγίτες μαχαίρωσαν τον Αλί Ραχίμι, Αφγανό υπήκοο κοντά στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα. Αυτή τη στιγμή, η υπόθεση εκδικάζεται στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών. Πρόκειται για μια υπόθεση, η οποία έχει να κάνει με μαχαιριές με κατσαβίδι δίπλα στην καρδιά. Μια τυπική υπόθεση απόπειρας ανθρωποκτονίας. Αντιλαμβάνεστε ότι μια νομική απόφαση, η οποία θα κρίνει ότι η Χ.Α. είναι μια εγκληματική οργάνωση θα έχει επίπτωση και σε όλες τις επιμέρους ποινικές διώξεις.

Φυσικά η σημασία της δίκης δεν είναι μονάχα νομική. Υπάρχουν συνέπειες πολιτικές και κοινωνικές. Κοινωνικά έχουμε ήδη αντιληφθεί τη διαφορά. Ήδη έχουμε μια μεγάλη μείωση των ρατσιστικών επιθέσεων, όπως τις καταγράφει ο πιο επίσημος φορέας που έχουμε αυτή τη στιγμή, το Δίκτυο Περιστατικών Καταγραφής Ρατσιστικής Βίας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι πάρα πολλές από αυτές τις ρατσιστικές επιθέσεις που βλέπαμε τα τελευταία χρόνια ήταν οργανωμένες.

Θα έχει όμως και πολιτική αξία το αποτέλεσμα. Και αυτό γιατί η Χ.Α. είναι μια οργάνωση απόλυτα στρατιωτικοποιημένη, μια τυπική εθνικοσοσιαλιστική ναζιστική οργάνωση. Αν χάσει την ηγεσία της, αν δηλαδή αποκεφαλιστεί, κάτι που πρόκειται να συμβεί αν όλη η ηγετική ομάδα βρεθεί στη φυλακή, είναι δύσκολο να ξαναστηθεί. Άρα οι πολιτικές συνέπειες της δίκης, θα είναι πάρα πολύ σημαντικές αναφορικά με τη δράση της Χ.Α.. Ο Μιχαλολιάκος δεν είναι απλά ένας αρχηγός κόμματος. Η πίστη των μελών της ΧΑ στο Μιχαλολιάκο είναι μεταφυσική (και αυτό βγαίνει και από το υλικό της δικογραφίας). Είμαστε στη σφαίρα της μεταφυσικής και διαφόρων άλλων εθνικοσοσιαλιστικών, παγανιστικών ανοησιών. Άρα το αποτέλεσμα της δίκης και η πιθανή φυλάκιση της ηγεσίας της Χ.Α. θα έχει πολύ μεγάλη επίπτωση στη δράση της, στη δυνατότητα της Χ.Α. να εξακολουθήσει να δρα. Κινηματικά, μια δικαστική απόφαση σε βάρος της ΧΑ, προφανώς δεν θα σημάνει την οριστική εξαφάνιση της φασιστικής απειλής. Η φασιστική απειλή δεν ισοδυναμεί με τη Χ.Α.. Η Χ.Α. μπορεί να είναι ένας κρίσιμος κόμβος του ναζισμού και του φασισμού στην Ελλάδα, αλλά είναι ένας, ανάμεσα σε πολλούς άλλους. Είναι πολύ βασικές οι πτυχές που έχουν να κάνουν με τον επίσημο, τον θεσμικό, τον κρατικό ρατσισμό, που γεννάει και τροφοδοτεί τέτοιου τύπου φασιστικά φαινόμενα. Παρ’ όλα αυτά και κινηματικά θα είναι μια πολύ μεγάλη νίκη για το αντιφασιστικό και το αντιρατσιστικό κίνημα, αν καταφέρουμε να στείλουμε τους αρχηγούς της Χ.Α. και όλους αυτούς που παίξανε με τα μαχαίρια στη φυλακή. Θα ναι ένα πολύ σημαντικό κεκτημένο, θα είναι ένα χαράκωμα, το οποίο θα το έχουμε καταλάβει με πάρα πολύ προσπάθεια και δυστυχώς με πάρα πολλά θύματα. Και άρα από αυτή την άποψη, όλες οι κινηματικές συλλογικότητες που αναφέρονται στον αντιφασισμό και τον αντιρατσισμό πρέπει να δώσουν αυτή τη μάχη και μέσα στα δικαστήρια και έξω από αυτά.

 

The Cricket: Τι πιστεύεις ότι έχει μείνει έξω απ’ τη δικογραφία της Χ.Α.;

έχουμε σίγουρα μια προσπάθεια των διωκτικών αρχών να αποκρύψουν, με έναν επιμελή τρόπο, τη σύνδεση ανάμεσα στη ΧΑ και καταρχήν την ΕΛ.ΑΣ

 

** υγ. η συνέντευξη έγινε στο lacandona, το οποίο και ευχαριστούμε για τη φιλοξενία




«Η Ελλάς δεν είναι κοσμικό κράτος»

 

Η όλη ιστορία, τόσο σε φαντασιακό όσο και σε πραγματικό επίπεδο, αποτελεί απόδειξη της μάχης της λογικής με τον παραλογισμό, των πανανθρώπινων δικαιωμάτων κόντρα στο σάπιο σύστημα, της νομικής επιστήμης που μάχεται για την αντικειμενικότητα κόντρα στη δικαιοσύνη στην πράξη, που δημιουργεί τη δική της πραγματικότητα, υπονομεύοντας κάποιες φορές βασικές έννοιες δικαίου και σεβασμού της διαφορετικότητας. Η όλη ιστορία στόχευε από την πλευρά μας, να προστατέψει το δικαίωμα στη θρησκευτική πίστη καθώς και στη δίκαιη δίκη, χωρίς προκαταλήψεις και ταμπού.

Το Σύνταγμα, για ακόμα μια φορά δυστυχώς, δεν έφτασε να συγκινήσει σε τέτοιο βαθμό τους δικαστικούς λειτουργούς και ειδικά την επιτροπή διαχείρισης του δικαστικού μεγάρου τόσο των ποινικών δικαστηρίων της Θεσσαλονίκης όσο και των διοικητικών, ώστε να κάνει τα γεμάτα απορία μάτια τους, να βουρκώσουν μπρος στην αγωνία κάποιων ανθρώπων να δηλώσουν ότι καταπατώνται βασικά δικαιώματα ανθρώπινης αξιοπρέπειας και έκφρασης. Και μιλάω για τα γεμάτα απορία μάτια των δικαστών, οι οποίοι μας ακροάστηκαν στα πολιτικά δικαστήρια, γιατί δεν πίστευαν ότι τους έλαχε και αυτό στη δικαστική τους καριέρα.  Τρεις δικηγόροι, ενεργοί πολίτες και μέλη τότε πολιτικού φορέα λειτουργούντα με αμεσοδημοκρατικές δομές, τους έθεσαν αυτό που απεύχονταν, αυτό που φέρνει ένα λογικό όν απέναντι στον εαυτό του και το διατάσσει να ξεπεράσει τη μικρότητα της ύπαρξής του και των συντηρητικών προσχώσεων που τόσα χρόνια φρόντισε να επιτρέψει να το γεμίσουν.

Ζητήσαμε δηλαδή την καθαίρεση των θρησκευτικών συμβόλων, παρατύπως ή και παρανόμως ανηρτηθέντων εντός των δικαστικών αιθουσών, σε βάρος της αντικειμενικότητας και της ίσης μεταχείρισης των πολιτών.

Και τι δεν επικαλεστήκαμε για να κάμψουμε το τοίχος των βλεμμάτων που κυριαρχούσαν στο γραφείο του Αρεοπαγίτη και Προέδρου του Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Θεσσαλονίκης: το άρθρο 3 του Συντάγματος και την επικρατούσα θρησκεία που έπεται των ρυθμίσεων του πολιτεύματος σε αντίθεση με προηγούμενα Συντάγματα και τείνει προς ένα σύστημα αμιγούς χωρισμού εκκλησίας –κράτους˙ ότι η απόλαυση των θρησκευτικών ελευθεριών έχει πάψει από το 1975 να έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα˙ ότι οι εξουσίες, της δικαστικής συμπεριλαμβανομένης, πηγάζουν από το Λαό και όχι από το Θεό˙ ότι η διάκριση της επικρατούσης από τις άλλες θρησκείες είναι διάκριση που επιτρέπει διαφοροποιήσεις μόνο σε θεσμικό –  οργανωτικό επίπεδο των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Ελλάδα και δεν είναι δυνατόν αυτή η διαφοροποίηση να υπαχθεί σε επίπεδο θεμελιωδών δικαιωμάτων καθώς η θρησκευτική ελευθερία, περιεχόμενη στο δεύτερο μέρος του Συντάγματος, ανήκει στα «Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα», τα οποία είναι αδιαπραγμάτευτα και δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση (άρθρο 110§1) ή σε αναστολή (48§1Σ). Τους είπαμε άλλωστε ότι σε ένα πολιτισμένο κράτος δικαίου και ευνομίας, καμία διάκριση λόγω πεποιθήσεων και δη θρησκευτικών δεν επιτρέπεται καθώς το Κράτος Δικαίου είναι εκεί για να περιχαρακώνει το σκληρό πυρήνα των υπερσυνταγματικών δικαιωμάτων (supraconstitutionnalité). Τέλος τους αναφέραμε ότι αυτό το σφιχταγκάλιασμα Εκκλησίας – Κράτους που αντιτίθεται στη βούληση και την προοπτική που θέτει ο συντακτικός νομοθέτης αποτελεί μία δυνατή διαπλοκή σε βάσεις προκαταλήψεων και συνηθειών που δε βοηθούν την πρόοδο στο τομέα της έκφρασης των πολιτών και της απόδειξης της απαγκίστρωσης της πολιτείας από κατεστημένες τερατόμορφες πρακτικές.

Το δυνατό μας χαρτί το βγάλαμε στο τέλος. Εκτός του ότι η ανάρτηση σταυρών, εικόνων, κομποσχοινιών και άλλων θρησκευτικών και τελετουργικών συμβόλων εντός των αιθουσών και των γραφείων των Δικαστικών μεγάρων, προσβάλλει μία δέσμη συνταγματικών εγγυήσεων και ατομικών ελευθεριών, όπως η ισότητα όλων των ανθρώπων καθώς και η ίση αξία αυτών, τολμήσαμε να επικαλεστούμε τις ίδιες της πηγές του Δικαίου, τους νόμους και τον κανονισμό οργάνωσης και λειτουργίας του Δικαστικού μεγάρου. Σε κανένα σημείο δεν αναφέρεται η υποχρεωτικότητα ή έστω η δυνατότητα σε οποιονδήποτε να αναρτά εικόνες και σύμβολα πίσω από το κεφάλι του δικαστή, σαν προέκταση αυτού με το άυλο, το οποίο άλλοι δέχονται ότι εξουσιάζει τα πάντα και άλλοι όχι. Μα, αν δεν προβλέπετε σε κάποιο νόμο ή σε κάποια διάταξη, πώς είναι δυνατόν να αυθαιρετεί κάποιος και μάλιστα δικαστές και υπάλληλοι, γράφοντας το νόμο στα παλιά τους τα παπούτσια; Καμιά νομοθετική έδραση δεν υπάρχει και μάλιστα αυτή η τακτική χρονολογείται στο λουδοβίκειο και μεταλουδοβίκειο γαλλικό κράτος, το οποίο καθιέρωσε την ανάρτηση θρησκευτικών συμβόλων στα δικαστήρια. Η Πέμπτη γαλλική Δημοκρατία τα αφαίρεσε, εμείς όμως, σαν πιστοί ακόλουθοι των αυταρχικών καθεστώτων, συνεχίζουμε να στολίζουμε τις δικαστικές αίθουσες με σύμβολα που επέβαλαν άλλοι και σίγουρα όχι το κράτος δικαίου και η ίση μεταχείριση από τη Δικαιοσύνη των προσφευγόντων σε αυτήν.

Τελικά το ερώτημα παραμένει: η δικαστική λειτουργία και η απονομή δικαιοσύνης πηγάζει από το λαό ή από το Θεό στην Ελλάδα της ηθικής, επιστημονικής και πολιτισμικής έκπτωσης;

Ακόμα και τον ίδιο το Χριστιανισμό επικαλεσθήκαμε, ο οποίος δε θα δεχόταν σε καμία περίπτωση την κοσμική μεταφορά της υπέρτατης εξουσίας του θεού του. Ντροπιάζει το Χριστιανικό Θεό η ανάρτηση συμβόλων του σε ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα γεμάτο αδυναμίες και λάθη, είπαμε. Τίποτα δεν κρίθηκε ικανοποιητικό για την επιτροπή των δικαστών, των υπαλλήλων του δικαστικού μεγάρου και του δικηγορικού συλλόγου, παριστάμενοι όλοι αυτοί από τους εκπροσώπους τους, ώστε να πράξουν το αυτονόητο. Επικαλεστήκαμε και τον Αλεβιζάτο και το Μανιτάκη αλλά τι να μας πουν κι αυτοί, μπρος στην πολιτική πίεση που κυριαρχεί του δικαίου και κυρίως των πράξεων των δικαστών που συμπτωματικά έχουν και σημαντική πολιτική διάσταση.

Έτσι λοιπόν, οι Επιτροπές διαχείρισης των δύο δικαστικών μεγάρων φέρθηκαν έξυπνα. Αφού βεβαίως αρνήθηκαν να δουν το ζήτημα στην ουσία του και με τη σύμφωνη γνώμη του τότε προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου, εξέχοντος μέλους του ΣΥΡΙΖΑ, συμφώνησαν όλοι μαζί και ο Πρόεδρος του Συλλόγου, να παραπεμφθεί το ζήτημα στον Υπουργό Δικαιοσύνης, καθώς το θέμα ήταν μείζον και πώς να σήκωναν ένα τέτοιο βάρος; Εμείς πώς το σηκώσαμε, αναρωτηθήκαμε μέσα μας; Ή μήπως αν και όλοι μας ασκούμε τα καθήκοντά μας στον ίδιο τόπο και στα ίδια κτήρια, άλλοι θίγονται περισσότερο και άλλοι λιγότερο ή καθόλου από τη δίχως άλλο προσβολή ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αποκαλύπτεται στην περίπτωσή μας; Έτσι λοιπόν, τόσο η Επιτροπή των πολιτικών δικαστηρίων, με τη σύμφωνη γνώμη του αριστερού Προέδρου του δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης, ο οποίος κατάφερε να μη μας στηρίξει ο Σύλλογος στο εύλογο νομικά και λογικά αίτημά μας, ενώ ουδέποτε συζητήθηκε το ζήτημα στο δικηγορικό σύλλογο, αφού όλως τυχαίως δεν υπήρξε απαρτία του αριστεροκρατούμενου συλλόγου μας, όσο και τα διοικητικά δικαστήρια, μας απάντησαν με γενικότητες σύνδεσης των θρησκευτικών συμβόλων με την παράδοσή μας και βέβαια λόγω σοβαρότητας του θέματος, μας παρέπεμψαν στον υπουργό Δικαιοσύνης.

Τελικά και λόγω παράλειψης απάντησης και του Υπουργού προσφύγαμε στο ΣτΕ και στο δημοκράτη Πρόεδρό του Κο Ρίζο , αν και φανταζόμασταν την ετυμηγορία. Ενώ λοιπόν παραστάθηκε για εμάς συνάδελφος από την Αθήνα και ενώ η μία εκ των τριών προσφευγόντων, η οποία υπέγραφε και το δικόγραφο, είχε μόλις γεννήσει, αιτήθηκε ο συνάδελφος να αναβληθεί η υπόθεση ώστε να παρασταθεί και η υπογράφουσα δικηγόρος αυτοπροσώπως, ο διορισμένος από την κυβέρνηση Πρόεδρος απάντησε: «Δε φτάνει που ζητάνε αυτά που ζητάνε, ζητάνε και αναβολή;»

Στην ουσία της υπόθεσης, δικαιολογήσαμε το έννομο συμφέρον μας, καθώς οι δικαστικές αίθουσες αποτελούν το δεύτερο σπίτι μας, εκεί ζούμε και βγάζουμε τα προς το ζειν, εκεί υπερασπιζόμαστε τους ελλειμματικούς συνανθρώπους μας μπρος στον παντοδύναμο δικαστή και την εικόνα του Θεού. Αναφερθήκαμε στην προσβολή της προσωπικότητάς μας καθώς και οι τρεις, ενεργοί πολίτες που διεκδικούμε την κάθε ημέρα μας και δε μας χαρίζεται τίποτα, ανήκουμε σε διαφορετικές θρησκείες αλλά συμφωνούμε όλοι και ο δηλώσας χριστιανός, ότι τέτοιες ενέργειες στολισμού του δικαστικού μεγάρου, μας προσβάλλουν άπαντες. Βεβαίως, η άρνηση της επιτροπής να αφαιρέσει τα σύμβολα αποτελεί διοικητική πράξη και όχι δικαστική και ως εκ τούτου το ΣτΕ όφειλε να δει την ουσία του θέματος και να αποφανθεί επί του θέματος. Εξάλλου ένα πολιτισμένο κράτος, αν θέλει να λέγεται τέτοιο, πρέπει να σέβεται την ΕΣΔΑ και το άρθρο 9 που προστατεύει τη θρησκευτική ελευθερία. Η αίτησή μας στο Συμβούλιο της Επικρατείας ανέφερε σαφώς ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί υποχρέωσή μας, ως λειτουργοί της και υποστηρικτές της  δημοκρατίας. Άλλωστε, εφόσον όλοι οι πολίτες δικαιούνται να αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητά τους, εμάς μας φαίνεται μεροληπτική η παράτυπη και παράνομη ανάρτηση συμβόλων στο δημόσιο τόπο, όπου εργαζόμαστε και στον οποίο ή θα έπρεπε να υπάρχουν όλα τα θρησκευτικά σύμβολα όσων το αιτούνταν ή σύμφωνα με εμάς θα έπρεπε να αφαιρεθούν οι μαζικά αγορασμένες εικόνες από μαγαζιά εκκλησιαστικών ειδών που πλουτίζουν από τα θρησκευτικά θύματα.

Κάπου εκεί παρεμβλήθη και ο Αρχιεράρχης Πειραιώς Σεραφείμ, γνωστός για τις ακραίες του θέσεις, ο οποίος, με ένα γενικό και άκρως αόριστο ως προς το έννομο συμφέρον της παρέμβασής του δικόγραφο, ζήτησε να εμπλακεί στην υπόθεση. Η ανερμάτιστη λογική της δικανικής του σκέψης κατέληξε σε μία θλιβερή διαπίστωση, που μας προκάλεσε τρόμο και εν μέρει δικαιολογεί τη γεικότερη επέλαση της συντηρητικής βίαιης δεξιάς. Το δικόγραφο του Σεραφείμ αναφέρει ότι «Η Ελλάς δεν είναι κοσμικό κράτος». Και τότε τι είναι; Είναι μια νεοϊσλαμιστικού τύπου δημοκρατία όπου η θρησκεία αποτελεί το άλλοθι των πνευματικά ευνουχισμένων που δεν έχουν ανοίξει ένα βιβλίο στη ζωή τους, δεν έχουν πάει να ζήσουν μία ημέρα σε ένα σπίτι στο εξωτερικό, παρά σταυροκοπιούνται υστερικά όλη την ημέρα στα λεωφορεία μόλις περάσουν ένα μπετονένιο ανθρώπινο δημιούργημα; Ρώτησαν τον Θεό αν θέλει να κυριαρχεί η επίδειξη και η μισαλλοδοξία από τον εσωτερισμό, την αγάπη και την ταπεινότητα του Χριστιανισμού; Όλες αυτές οι αοριστίες του δικογράφου του Σεραφείμ θα μπορούσαν να νικήσουν τη λογική και τη νομικά άρτια επιχειρηματολογία της αίτησής μας; Μιας αίτησης, η οποία δεν αποτελούσε για μας, τίποτα άλλο παρά μία αντανάκλαση της προάσπισης των δικαιωμάτων κάθε αδυνάμου, των μεταναστών παντός γένους και σε κάθε χώρα, των χιλιάδων πνιγμένων στα νερά του Αιγαίου, που αφού τους καταστρέψαμε τις χώρες, πουλώντας τους ότι όπλο παράγουμε στην ΕΕ και θάβοντας όλα τα απόβλητά μας στα χώματά τους, τους οδηγήσαμε σε μαζικούς υγρούς τάφους, αυτούς και τα παιδιά τους. Προάσπιση κάθε μειονότητας που η άμορφη, απαίδευτη πλειοψηφία καταπιέζει γιατί δεν ανέχεται το διαφορετικό, κάθε ανθρώπου με αναπηρία που η κοινωνία τον απομονώνει μέχρι να εξοντωθεί. Και ο πιο νοήμων άνθρωπος καταλαβαίνει ότι η μισαλλοδοξία είναι χαρακτηριστικό αυτών που διεκδικούν μοναδικότητα και υπερίσχυση σε βάρος του άλλου. Η ίση αντιμετώπιση των πάντων είναι απλά θεμέλιο της αλληλοκατανόησης και της συνδημιουργίας. Αυτή η παιδική, απλή συλλογιστική φαντάζει σαν λόγος προς εξορκισμό τόσο για το Σεραφείμ (που έτσι κι αλλιώς δε μας αφορά στην Αίτησή μας στο ΣτΕ) όσο κυρίως για τους δικαστές που οφείλουν να υπερασπίζονται τους λίγους διαφορετικούς μιας δημοκρατίας.

Και κλείνω έτσι την προηγούμενη παράγραφο για να οδηγηθώ στην απόφαση του ΣΤΕ και στη συλλογιστική του Προέδρου του Σωτηρίου Ρίζου, ο οποίος βεβαίως μαζί με το υπόλοιπο δικαστήριο αποφάσισαν να απορρίψουν την αίτησή μας, κατά βάση για τυπικούς λόγους, χωρίς να αγγίξουν το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του παράτυπου της ανάρτησης των θρησκευτικών συμβόλων εντός των δικαστικών αιθουσών. Εξάλλου μία τέτοια κρίση αποζητά οξυμένο πνεύμα και πανανθρώπινη κουλτούρα. Αφού λοιπόν ο εισηγητής της υπόθεσης, πάρεδρος Κος Μάζος, εισηγήθηκε ν’ απορριφθεί η παρέμβαση του Σεραφείμ ως μη έχουσα κανένα έννομο συμφέρον προς τούτο, καθώς ενεργεί εκτός του γηπέδου επιρροής του, καθώς εμείς καταθέσαμε την αίτηση μόνο για τη Θεσσαλονίκη και αυτός από τον Πειραιά δεν έχει καμία σχέση ούτε με την υπόθεση, ούτε με τη Θεσσαλονίκη, το Δικαστήριο, με πρωτοστατούντα τον Πρόεδρό του, έκανε δεκτή την παρέμβαση του Σεραφείμ επειδή έκρινε ότι έχει ηθικό έννομο συμφέρον. Αγνόησε δηλαδή τον εισηγητή. Τι σημαίνει ηθικό συμφέρον; Σε τι κράτος ζούμε; Γιατί έχουμε τους νόμους και το Σύνταγμα; Για να δικαιολογούμε δικαστικές επιλογές με έρεισμα το γενικόλογο ηθικό συμφέρον; Και το νομικό θεμέλιο της αίτησής μας που αναφέρεται σε συγκεκριμένα νομικά και ουσιαστικά γεγονότα; Στο καλάθι των αχρήστων μπρος σε ευφάνταστες ετυμηγορίες δικαστηρίων. Με την ευλογία προέδρου και κυβέρνησης, που αμφότεροι απαξίωσαν το αίτημά μας, χωρίς μάλιστα ουσιαστική επιχειρηματολογία. Μάλιστα, η απόφαση του ΣτΕ ανέφερε ότι οι αποφάσεις των Επιτροπών Διαχείρισης των μεγάρων αν και προερχόμενες από Επιτροπές στις οποίες συμμετέχουν ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου και δικαστικών υπαλλήλων και αν και αφορούν σε διοικητικές κρίσεις και όχι δικαιοδοτικές, το ΣτΕ απεφάνθη ότι συνεχίζουν να είναι δικαστικές αρχές, η συμμετοχή πολιτών μη δικαστών σε αυτές δεν επηρεάζει το χαρακτήρα τους και ως εκ τούτου δε χωρά αίτηση ακύρωσης σε αυτές. Δηλαδή, η απόφαση των επιτροπών δεν είναι διοικητική απόφαση αλλά δικαστική και για αυτό κακώς καταθέσαμε αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ.

Ένας δε εκ των βασικών λόγων απόρριψης της αίτησής μας, ο οποίος αποδεικνύει και τη σοβαρότητα αντιμετώπισής της από τα Δικαστήριο ήταν και το γεγονός ότι δεν είχαμε έννομο συμφέρον που να βλάπτεται καθόσον δεν αποδείχθηκε προαποδεικτικώς ότι ήμασταν δικηγόροι. Η μόνη σφραγίδα, σύμφωνα πάντα με το ΣτΕ της δικηγόρου που υπέγραψε το δικόγραφο με τον αριθμό μητρώου της στο δικηγορικό σύλλογο Θεσσαλονίκης, δεν αποδείκνυε ότι είναι δικηγόρος και ως εκ τούτου, με αμφισβητούμενη της ιδιότητά μας ως δικηγόροι, δεν είχαμε έννομο συμφέρον αν προσφύγουμε κατά της απόφασης της Επιτροπής διαχείρισης δικαστικών μεγάρων. Ενώ λοιπόν ο Σεραφείμ είχε ηθικό συμφέρον να παρέμβει, εμείς ακόμα αναρωτιόμαστε εάν είμαστε δικηγόροι.

Κάπως έτσι έκλεισε η απόφαση, με απόρριψη της αίτησής μας και καταδίκη μας σε δικαστικά έξοδα. Και μάλιστα, ο κυρίως θιγόμενος, το Ελληνικό Δημόσιο, δικαιούτο βάσει απόφασης 460 ευρώ ενώ ο Σεραφείμ 640 ευρώ. Είναι δυνατόν να επιδικάσθηκε δικαστική δαπάνη μεγαλύτερη στο Σεραφείμ απ’ότι στο Δημόσιο; Με ποια λογική; Το Δημόσιο υπολείπεται της Εκκλησίας;

Θα έλεγε λοιπόν κανείς, με αφορμή σκέψης μια δικαστική απόφαση, δεδομένων και των κρουσμάτων ανόδου δεξιών, συντηρητικών και ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων στο προσκήνιο, ότι η επικρατούσα κατεστημένη λογική, που μας οδήγησε στην πνευματική και οικονομική μας παρακμή αρνείται να ασκήσει αυτοκριτική και να ξεπεράσει τον εαυτό της. Ωστόσο εμείς θα παλεύουμε για το φως κόντρα στο σκοτάδι τέτοιων πολιτικών καθώς και της παραβίασης πανανθρώπινων αρχών όπως αυτών της αντικειμενικότητας, της δίκαιης μεταχείρισης κάθε ανθρώπου και του σεβασμού στη διαφορετικότητα ως αρχή ευνομίας και ευημερίας.