1

my favorite things | πέντε βιβλία για το καλοκαίρι 2017

Συνήθως τα τελευταία χρόνια, το καλοκαίρι συζητάμε και προτείνουμε τα πιο πρόσφατα ογκώδη μυθιστορήματα (άλλοτε αστυνομικά, άλλοτε ιστορικά), τα οποία σχεδόν πάντοτε είναι ενδιαφέροντα, κάποτε μάλιστα είναι και εξαιρετικά σπουδαία. Φέτος, το πάμε λίγο ανάποδα, και ένας συντάκτης μας (το βυτίο, για να ξέρετε ποιον να κυνηγάτε μετά) βάζει τα πέντε βιβλία που διάβασε μες στο χειμώνα και ακόμη τα συζητάει.

Καινούρια ή παλιά, νέες ή κλασσικές εκδόσεις, όπως και να ‘χει, καλά διαβάσματα – άπειρες μικρές δόσεις απόλαυσης (και σκέψης και προβληματισμού και ευτυχίας και απ’ όλα τέλος πάντων) βρίσκονται στις σελίδες σας.




Ένα αντικείμενο φτιάχνει κοκτέηλ

 

23 Αυγούστου 2014. 87η συνεχόμενη μέρα. Το πειραματόζωο παρουσιάζεται χαλαρό και δείχνει να αντιδράει στα φάρμακα και να αναρρώνει σιγά σιγά. Το αλκοόλ μάλλον βοηθάει. Χρειάζονται 2 τουλάχιστον εβδομάδες έξτρα έρευνας για ασφαλή συμπεράσματα. Τέλος εγγραφής.”

Το παραπάνω σημείωμα δεν είναι μια αποκλειστικότητα που εξασφαλίσαμε στο thecricket από το ημερολόγιο κάποιου επιστήμονα που επιτηρεί και βασανίζει πειραματόζωα σε κάποια γωνιά του πλανήτη (αν και καλά θα ήτανε να τον εκθέταμε). Είναι η αρχή μιας σειράς αναρτήσεων στο facebook από τον Ηλία, έναν εργαζόμενο της βαριάς βιομηχανίας του αναπτυξιακού μας θερινού τουρισμού, στον εκτυφλωτικό και γεμάτο πάθη κλάδο των cocktail bar.

Όσοι έχουν δουλέψει ή ξέρουν περί τίνος πρόκειται, μιλάμε για συνεχόμενη εργασία 3-4 μηνών, με καθόλου έως ελάχιστα ρεπό και με έναν σκασμό «δορυφορικών» εργασιών, απαραίτητων για τη λειτουργία του μαγαζιού, για τη συσσώρευση πελατειακών χαμόγελων και την πολυπόθητη συσσώρευση κεφαλαίου.

Ο Ηλίας λοιπόν, πήρε τα μπογαλάκια του και ξεκίνησε να δουλεύει ψυχή τε και σώματι σ΄ ένα νησί. Εκεί κοντά στο τρίμηνο, για να κάνει την δουλειά πιο υποφερτή, για να την «παλέψει» όπως λέμε, ξεκίνησε να γράφει στο facebook μια σειρά αναρτήσεων μιλώντας για τον εαυτό του ως «αντικείμενο», από τη σκοπιά του επιτηρητή που καταγράφει και εξετάζει την αλλαγή της συμπεριφοράς ενός πειραματόζωου στο εργασιακό περιβάλλον.

«Όσο πέρναγαν οι μέρες, ο οργανισμός είχε αρχίσει, όπως είναι λογικό, να ρετάρει ενώ από την υπερένταση δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Να σου πω, στην αρχή ήθελα να φύγω σαν τρελός, ένιωθα σαν σκλάβος αλλά δεν είχα επιλογή – τελικά είπα στον εαυτό μου ότι θα το υπομείνω και θα κάτσω», μας λέει.

 

 

Έχοντας φτιάξει περισσότερα από 10.000 κοκτέηλ μέσα σε διάστημα 102 ημερών και έχοντας τρελάνει του βιολογικού ρολογιού τους δείκτες, τόσο από δική του ανάγκη όσο και από επιθυμία να κάνει τους άλλους να γελάσουν με την κατάστασή του, ο Η. βγαίνει από το πετσί του εργασιακού του ρόλου και βάζει με φαντασία τον εαυτό του στο μικροσκόπιο.

Άλλοι απλά ξελιγώθηκαν από την αφηγητική του ικανότητα και άλλοι, όπως εμείς, είδαμε μια ευφάνταστη προσπάθεια άμυνας απέναντι στις απαιτήσεις της δουλειάς. Κάποτε οι νέγροι σκλάβοι τραγουδούσαν ρυθμικά στα χωράφια για να συντονίζονται και να μην εκτίθενται στα μάτια των αφεντικών, τώρα οι λευκοί «απόγονοί» τους αφηγούνται τα συναισθήματά της σκλαβιάς τους σε ηλεκτρονικούς καμβάδες αυτοεπιτήρησης.

“26 Αυγούστου 2014.90η συνεχόμενη μέρα. Το αντικείμενο αφέθηκε σήμερα να πάει στην παραλία για να έχει την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, σαν επιβράβευση για τα 10.000 κοκτέιλ που συμπληρώθηκαν χθες βράδυ. Παρουσιάζει κάποια σημάδια νοσταλγίας και παραμιλάει στον ύπνο λέγοντας κάτι για ένα σπίτι στο Μετς αλλά παράλληλα αρχίζει και αναπτύσσει σύνδρομο Στοκχόλμης και φαίνεται να μην το νοιάζει πότε θα φύγει. Τέλος εγγραφής”

(σ.σ: στο Μετς είναι το σπίτι που μένει)

Ο δρόμος στον οποίο έστρωσε την κερδοφορία της η επιχειρηματικότητα των ελληνικών μπαρ επιφυλάσσει πολλές επιπλέον, υποχρεωτικές δουλίτσες για τους εργάτες της (αφήνουμε έξω την σκληρή πραγματικότητα της σωματεμπορίας και της εκπόρνευσης γυναικών).

Μια γύρα στην πιάτσα αρκεί για να επιβεβαιώσει κάποιος ότι τα παιδιά πίσω από την μπάρα «οφείλουν» να διαφημίζουν το μαγαζί που δουλεύουν, αναλαμβάνοντας τον ρόλο του επικοινωνιολόγου: μέσα από τους λογαριασμούς τους στα social media υποχρεώνονται από το φιλικό και «συνεταιρικό» κλίμα που δημιουργούν τα αφεντικά να κάνουν δημόσιες σχέσεις, να ανακοινώνουν πάρτι και χαρές και να τζιράρουν με περισσότερο κόσμο στο μαγαζί.

Απαραίτητο στοιχείο η επιμέλεια μιας εμφάνισης που τους θέλει όμορφους και άσπιλους, επικοινωνιακούς και όχι «εσωστρεφείς». Δεν συνίσταται για παράδειγμα να πιάσεις συζήτηση για κάτι που συμβαίνει έξω από τη δουλειά (βρε δεν πάει να πνίγεται ο κόσμος, να πίνει θέλουμε) ενώ το διάβασμα και άλλες τέτοιες ενέργειες αλλοτρίωσης είναι μάλλον απαγορευτικές. Με λίγα λόγια, η δουλειά θέλει ολημερίς και ολονυχτίς έναν συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου, όχι «ακοινώνητο και μοναχικό» αλλά χαμογελαστό και υπερδραστήριο, πρώτο στα λόγια, πρώτο και στα ποστ.

Ας επιστρέψουμε όμως στο «αντικείμενο». Ο επιτηρητής συνεχίζει να καταγράφει τη συμπεριφορά του, δείχνει μάλιστα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το τι διάολο μουρμουρίζει.

27 Αυγούστου 2014. 91η συνεχόμενη μέρα. Το αντικείμενο παρουσίασε μια πολύ ενδιαφέρουσα αλλαγή στη συμπεριφορά του. Παρόλες τις πολύ συγκεκριμένες …ιδιαίτερες θρησκευτικές του αντιλήψεις, σήμερα επισκέφθηκε εκκλησάκι(όπου και απεικονίζεται) όντας μάλιστα ξυπόλητος καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής. Υπάρχει πιθανότητα να το έκανε και για να εξαγνίσει τον εαυτό του με την αυτοτιμωρία αυτή αν και ένας βοηθός παρατήρησε νωρίτερα πως δεν έβρισκε τις σαγιονάρες του. Κεράκι δεν άναψε. Φοβόταν λέει μην καεί ζωντανός κατά τη διάρκεια απ’ότι ακούστηκε να μουρμουρίζει. Το παρουσιαστικό του παραπέμπει σε σκήνωμα αγίου, μιας και έχει χάσει και 5 κιλά, και κάποια στιγμή μάλιστα αναφέρθηκε στον Χριστό χωρίς να μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το τι ακριβώς είπε. Εξετάζουμε το ενδεχόμενο να του τοποθετήσουμε μικροφωνάκι για να ακούμε τι ακριβώς λέει και να βγάζουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα για την πορεία του. Τέλος εγγραφής.

Οι μέρες περνούν και η σεζόν πλησιάζει στο τέλος της. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το «αντικείμενο» έχοντας ενσωματώσει έναν εργοστασιακό ρυθμό παρασκευής cocktail, έχοντας γίνει μηχανή, φαίνεται να είναι στα όρια ενός απεγνωσμένου μοναχισμού που κρύβει ταυτόχρονα μια απέλπιδα ηρεμία, μια ελπίδα πως όλα τελειώνουν. Ένα απελευθερωτικό ενδεχόμενο που… αγχώνει τον επιτηρητή. Γράφει χαρακτηριστικά:

2 Σεπτεμβρίου 2014.97η συνεχόμενη μέρα.Το αντικείμενο, που δεν πάει άλλες κι άλλες μέρες παραλία τώρα τελευταία, πήρε τους δρόμους με τα σύννεφα να ενώνονται απειλητικά πάνω από το κεφάλι του και κατέληξε σε κοντινή παραλία να ρεμβάζει ακούγοντας ροκιές και πίνοντας μπύρες μόνο του. Ο φόβος να ενταθούν η μουντρουχιά και η γεροπαραξενιά του με το να επιλέγει το μοναχισμό και την απομόνωση είναι μεν υπαρκτός αλλά δε μας απασχολεί προς το παρόν. Γενικά οι τελευταίες μέρες κυλάνε λίγο ήρεμξδιςρβφ…..ΒΟΗΘΕΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ!ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΔΡΑΠΕΤΕΥΣΕ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΗΚΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΤΩ ΣΤΗΝ ΤΟΥΑΛΕΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΓΛΥΤΩΣΩ. Κρατούσε ένα σέικερ και ένα γουδοχέρι και μου είπε ότι απλά ήθελε να φτιάξουμε ένα κοκτέιλ…το μάτι του γυάλιζε και δεν έχω ιδέα για τις πραγματικές προθέσεις του.”

 Τα χειρότερα αποφεύχτηκαν τελικά: το αντικείμενο κατόρθωσε να επιβιώσει, μετά από τόσα μεροκάματα σερί και υπό την επιτήρηση τόσων πελατών, άλλων τόσων αφεντικών, άλλων τόσων σχολιαστών, όλοι επιβίωσαν τελικά.

Τέλος εγγραφής; ποιος ξέρει, στην ιστορία του τόπου έχουμε χιλιάδες τέτοιες εγγραφές, διπλοεγγραφές και πάει λέγοντας. Ελάχιστες τις κάνουμε κάτι, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση.

Η τελευταία ημέρα του αντικειμένου.

“6 Σεπτεμβρίου 2014.101η συνεχόμενη μέρα. Τελευταία μέρα του αντικειμένου στη δουλειά. Όλοι στο εργαστήριο κλαίμε όλη μέρα με λυγμούς αγκαλιασμένοι. Μια αγκαλιά επιστήμονες, τεχνικοί, σατανικά αφεντικά που χαϊδεύουν γάτες παρακολουθώντας πίσω από καθρέφτη διπλής όψεως, φοιτητές που κάνουν πρακτική(εδώ βρήκατε; ), ντελιβεράδες, η κυρα-Φρόσω από πάνω(τρομερά τα γεμιστά κυρά-Φρόσω,γεια στα χέρια σου),κάτι περαστικοί. Δεν περιμέναμε να μας επηρεάσει τόσο πολύ αλλά έτσι είναι, αν δένεσαι με ένα αντικείμενο και το παρακολουθείς κάθε μέρα επί 101 μέρες, στο τέλος σε παίρνουν τα ζουμιά. Μας ζήτησε να το βγάλουμε και μία φωτογραφία με τους συναδέλφους του, τους ηθοποιούς δηλαδή που έπαιζαν τους συναδέλφους του τέλος πάντων. Φαίνεται χαρούμενο τώρα στα τελειώματα. Καλά, δε φαίνεται ακριβώς μιας και είναι ο μόνος που δεν χαμογελάει, αυτός και ο πιστός ακόλουθος του ο Λίτον, που όλο το καλοκαίρι στάθηκε στο πλάι του να τον προσέχει, που τον βλέπουμε εδώ να φουσκώνει παράλληλα σαν παγώνι για να διώξει πιθανούς κακόβουλους ανθρώπους που θέλουν να πειράξουν το αντικείμενο. Δεν μπορώ να γράψω άλλα,με συγχωρείτε. Είναι πολύ δύσκολο. Επιστρέφω στην ομαδική αγκαλιά. Τέλος εγγραφής.

 




Το καλοκαίρι των Άλλων

 

Διαβάζοντας αυτές τις ημέρες στην παραλία της Ψερίμου το δοκίμιο του Παπαγιώργη «περί μνήμης»,  έρχομαι αντιμέτωπος με ένα πρωτόγνωρο για τα βιωματικά μου δεδομένα γεγονός. Ενώ έχω ήδη στήσει τη σκηνή μου και έχω ήδη φροντίσει όλα τα συμπαρομαρτούντα ως καλός κατασκηνωτής, μόνος και έρημος σε μία μοναχική παραλία της Ψερίμου, να που βλέπω με την άκρη του ράθυμου ματιού μου πέντε ανθρώπους να περπατάνε στον ήλιο και να κατευθύνονται προς εμένα. Ο ένας στη μέση, ντυμένος στα λευκά και με καπέλο ψάθινο εποχής, με ξεγελάει προς στιγμήν. Τουρίστες στο νησί δεν υπάρχουν και η αντίληψή μου, η διαδικασία δηλαδή συλλογής μνήμεων και η επεξεργασία τους από τη φαντασία κατά Παπαγιώργη, εξαπατάται. Στιγμιαία, αρνούμαι να αποδεχθώ το προφανές, ότι δηλαδή αυτοί οι άνθρωποι, αφημένοι στη μοίρα τους σε ένα απόμακρο νησί του Αιγαίου από έναν Τούρκο «διαμεσολαβητή» δε γνωρίζουν που βρίσκονται, που πάνε και τελικά ποιοι είναι.

Η ιστορία είναι γνωστή από τα Μέσα Ενημέρωσης, έστω και από την αντίθετη πλευρά. Εξαντλημένοι λοιπόν από τον ήλιο και τη σύγχρονη συστημική αντίληψη περί εθνών κρατών, χωρίς καθόλου νερό εδώ και ώρες, με ρωτάνε πως θα πάνε στο μεγάλο νησί και μου δείχνουν την Κω. Ο Τούρκος σύγχρονος δουλέμπορος τους παράτησε στην Ψέριμο ως πιο ακίνδυνο για αυτόν προορισμό ενώ τους είχε τάξει Κω. Ώρες μετά, το λιμενικό «αγωνιά» να βρει και τους άλλους δεκαπέντε που ξεφόρτωσε ο ίδιος λαθρέμπορος στο νησί. Αν δεν τους κλείσουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, θα τους επαναπροωθήσουν άμεσα στην άλλη πλευρά του Αιγαίου πριν προλάβουν να αιτηθούν ασύλου.

Εικόνες καλοκαιριού. Όχι αυτού που έχω συνηθίσει τόσα χρόνια αλλά ενός άλλου αλλοιωμένου από τη σύχρονη φρίκη που βιώνουν κάποιοι άλλοι ή οι «Άλλοι», συμπτωματικά στον ίδιο τόπο με εμένα. Εγώ απολαμβάνω την ελεύθερη κατασκήνωση προκειμένου να σβήσω από τη μνήνη μου ή και την ανάμνησή μου όλα όσα αφήνω πίσω μου για ένα 15ήμερο από το μικροαστικό μου περιβάλλον και οι άλλοι αγωνιούν να σβήσουν το φρικαλέο παρόν τους που τους κυνηγάει παντού. Σκέφτομαι ότι εδώ η θάλασσα είναι ένα κοινό μας στοιχείο στη για λίγο συμπτωματική καλοκαιρινή μας συνύπαρξη. Εγώ τη χρησιμοποιώ σαν μέσο σωτηρίας από τη συνεχή φθορά μου και αυτοί τη βλέπουν σαν εμπόδιο που φτάνει μέχρι να τους πάρει τη ζωή. Εγώ βάζω αντιλιακό και πίνω πλαστικό νερό προκειμένου να προστατευθώ από το ανελέητο κίτρινο του ελληνικού καλοκαιριού και αυτοί δε λογαριάζουν τίποτα προκειμένου να πορθήσουν την Ευρώπη φρούριο και την ανεπανόρθωτα δεξιόστροφη μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας.

Σκέφτομαι λοιπόν τις συνεχείς αλλαγές του μεταναστευτικού δικαίου που μόνο σκοπό έχουν να μην συνδράμουν στη διευκόλυνση της μετανάστευσης των συνανθρώπων μου. Νόμοι, νομοθετήματα και προεδρικά διατάγματα πιο πολλά και από τον αριθμό των μεταναστών. Σκέφτομαι ακόμα ότι όλοι αυτοί οι νόμοι τόσο πολύ έχουν ταυτιστεί με την έννοια της μετανάστευσης ώστε πρέπει συνεχώς να αλλάζουν και να κινούνται πριν προλάβουν να εφαρμοστούν. Θυμάμαι και την πρακτική αντιμετώπιση των μεταναστών από τα κρατικά όργανα. Από τους τότε νεοεμφανιζόμενους συνοριοφύλακες που «καλοδέχονταν» τους μετανάστες από την Αλβανία το 1992, μέχρι να συνετιστούν και να σταματήσουν να προσπαθούν να περάσουν τα βόρεια σύνορά μας, έως το πρόσφατο Φαρμακονήσι όπου ακόμα ερευνάται ο ρόλος του λιμενικού ως προς τα γυναικόπαιδα που πνίγονταν σε φόντο βαθύ μπλε. Τόσο οι δεξιές και ακροδεξιές κυβερνήσεις της χώρας μας όσο και το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ δεν πήραν ποτέ στα σοβαρά το ζήτημα εισόδου στην ελληνική επικράτεια κυμάτων συνανθρώπων μας, ενώ οι πολιτικές τους χαρακτηρίζονταν πάντα όπως και ο μέσος Έλληνας, από έντονη ψυχοπαθογένεια. Ακραία καταστολή, ημίμετρα χωρίς αποτέλεσμα, απάνθρωπη μεταχείριση.

Σκέφτομαι ακόμα την απούσα ευρωπαϊκή Ένωση όπου ο οικονομικός και εμπορικός της χαρακτήρας ρούφηξαν με μανία ότι σχετιζόταν με την άσκηση εξωτερικής και μεταναστευτικής πολιτικής, μετατρέποντας την σε ένα τέρας τιμωρητικό που ανέχεται τα ανθρώπινα δικαιώματα μόνο όταν αφορούν στα δικά του παιδιά. Το Δουβλίνο ΙΙ και οι πρόδρομοί του μοιάζουν με άγουρα φρούτα που δε θα ωριμάσουν ποτέ ενώ η Catherine Aston παίζει τον άχαρο και περιττό ρόλο του δικού μας Προέδρου της Δημοκρατίας. Η απραξία της αναιρεί την ύπαρξή της και μας θυμίζει το γραφειοκρατικό παραπαίον ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Σκέφτομαι πάλι τον Παπαγιώργη και τη συνέχιση της μνήμης από την αντίληψη, το γεγονός δηλαδή της ένωσης του τώρα που γίνεται παρελθόν με το παρόν και του παρόντος με το μέλλον και πόσο αυτή η συνέχιση έχει εδώ διαρραγεί. Η βιωματική μας μνήμη υπνώττει και τη θέση της έχει πάρει η αυτοματοποιημένη δράση μας, κενή ουσίας και χωρίς να μπορεί πλέον να αποτυπώνει το είδωλο του αντικειμένου της μετανάστευσης στο ψυχικό μας κομμάτι, αυτό που έχε τραφεί αιώνες τώρα στο μεσογειακό χώρο, στη χώρα μας, στην ιστορία μας από τη μετακίνηση πληθυσμών, συνήθως βίαια ή από ανάγκη. Μένει λοιπόν αυτό που θα αποτελέσει τη γέφυρα από την ενοχική μου φετινή ελεύθερη κατασκήνωση στην ορθή και ανθρώπινη μεταχείριση των συνανθρώπων μου που εισέβαλαν για λίγο στο φετινό μου φωτεινό καλοκαίρι.