1

Διαβάζοντας Πικετί στο δρόμο για τις κάλπες

 

Άρχισα να διαβάζω «Το Κεφάλαιο τον 21ο αιώνα» (εκδ. Πόλις) του Thomas Piketty, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Δηλαδή, στην κορύφωση της (υποτιθέμενης) συζήτησης για το αν υπάρχουν εναλλακτικές πολιτικές για την Ελλάδα και για την Ευρώπη. Είχα, βέβαια, ήδη μια εικόνα για όσα λέει το συγκεκριμένο βιβλίο. Μήνες τώρα οι αναφορές γι’αυτό πλήθαιναν στα διεθνή μέσα, κάνοντας λόγο για το καλύτερο βιβλίο της περασμένης χρονιάς (αφότου κυκλοφόρησε η αγγλική μετάφρασή του από τα γαλλικά), για μια εξέλιξη της μαρξιστικής θεωρίας, ή και για την ανάδειξη ενός από τους πιο επιδραστικούς οικονομολόγους του αιώνα.

Είχα διαβάσει επίσης ότι το βιβλίο δεν είχε ενθουσιάσει τον Μπιλ Γκέιτς, και τώρα καταλαβαίνω ακριβώς γιατί. Γιατί αυτό που προτείνει ο Πικετί ισοδυναμεί με μια επανάσταση που θα ανακόψει και θα αντιστρέψει σταδιακά την διαρκώς αυξανόμενη συσσώρευση του πλούτου στα χέρια λίγων και την παράλληλη φτωχοποίηση όλων των υπολοίπων ανθρώπων του πλανήτη. Ποιος ζάπλουτος τύπος θα ενθουσιαζόταν με μια τέτοια ιδέα;

Ένας φόρος στο κεφάλαιο

Οι εφτακόσιες τόσες σελίδες αυτού του μνημειώδους έργου είναι μια ξεκάθαρη πρόταση για μια παγκόσμια στροφή σε πολιτικές που θα ισοδυναμούσαν με μια τέτοια επανάσταση, ή, για την ακρίβεια, σε πολλές συντονισμένες επαναστάσεις ανά τον κόσμο. Αυτές οι πολιτικές μεταφράζονται σε ένα πράγμα: στην επιβολή ενός ετήσιου προοδευτικού φόρου στο κεφάλαιο, ώστε να αντιμετωπιστούν οι διαρκώς αυξανόμενες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Δεν είναι κάτι που θα μπορούσε να γίνει εύκολα. Ούτε ο ίδιος ο Πικετί είναι αισιόδοξος ότι θα γίνει. Όμως καταλήγει πως δεν διαβλέπει άλλη λύση.

«Ο καπιταλισμός παράγει μηχανικά ανισότητες αφόρητες και αυθαίρετες, υποσκάπτοντας τις αρχές της αξιοκρατίας στις οποίες θεμελιώνονται οι δημοκρατικές μας κοινωνίες.» Τ.Πικετί

Ο Πικετί δεν θεωρεί πως οι ανισότητες είναι κάτι κακό από μόνες τους. Το αντίθετο. Διαπιστώνει, όμως, ότι υπάρχουν κάποιοι μηχανισμοί, οι οποίοι συντηρούνται από συγκεκριμένες πολιτικές, που συντελούν σε μια ατέρμονη διόγκωση αυτών των ανισοτήτων και καθιστούν εξαιρετικά δυσοίωνο το μέλλον της ανθρωπότητας.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ίδιος τοποθετεί «τη δημοκρατία και το γενικό συμφέρον» απέναντι στον «καπιταλισμό και τα ιδιωτικά συμφέροντα», αλλά ταυτοχρόνως θεωρεί αναγκαία την απόκρουση των «αναδιπλώσεων του προστατευτισμού και του εθνικισμού». Η λύση για τον φόρο στο κεφάλαιο, που προτείνει, δεν θεωρεί πως μπορεί να υλοποιηθεί παρά μόνο σε περιφερειακό επίπεδο, για λόγους που έχουν να κάνουν με τις παγκόσμιες ισορροπίες ισχύος. Δεν θα μπορούσε, δηλαδή, για παράδειγμα, να το κάνει από μόνη της μια ευρωπαϊκή χώρα, αλλά π.χ η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της.

Μια τέτοια λύση, ένας ετήσιος προοδευτικός φόρος στο κεφάλαιο «απαιτεί πολύ υψηλό βαθμό διεθνούς συνεργασίας και περιφερειακής πολιτικής ολοκλήρωσης. Δεν είναι προσιτή στα έθνη-κράτη στους κόλπους των οποίων χτίστηκαν οι προηγούμενοι κοινωνικοί συμβιβασμοί». Τ.Πικετί

Παρά τις αρχικές αντιδράσεις στην πρόταση, και την κριτική που του ασκήθηκε (και σε κάποιες περιπτώσεις μαζεύτηκε πίσω) από τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ και μεγαλοστελέχη του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, η προσέγγιση του Πικετί φαίνεται πλέον να επηρεάζει ακόμη και τους πολιτικούς που ήδη κυβερνούν ή που έχουν πολλές πιθανότητες να κυβερνήσουν. Μόλις την περασμένη Τετάρτη η Washington Post αναγνώριζε αυτή την επιρροή στον Μπάρακ Ομπάμα δίνοντας τον τίτλο “President Obama finally has his Piketty moment” σε ένα άρθρο που σχολίαζε την εξαγγελθείσα ατζέντα του αμερικανού προέδρου για το 2015. Και πριν από λίγες μέρες ο Πάμπλο Ιγκλέσιας των Podemos δήλωσε ότι το συγκεκριμένο έργο αποτελεί «μια βαλβίδα οξυγόνου» γι’αυτούς, ότι τους δίνει επιχειρήματα και θεωρητική υποστήριξη για τις αλλαγές που πρεσβεύουν στην Ισπανία και στην Ευρώπη συνολικά.

Αλλά για να καταλάβουμε πόσο εφικτή θα ήταν η υλοποίηση της πρότασης Πικετί, πρέπει να δούμε πού στηρίζεται.

Ένα βιβλίο ιστορίας και οικονομικών

«Τούτο το βιβλίο είναι, πιστεύω, εξίσου βιβλίο ιστορίας όσο και οικονομικών», λέει ο Πικετί, στην εισαγωγή του. Ο ίδιος και οι συνεργάτες του ερευνητές οικονομολόγοι, μελέτησαν επί δεκαπέντε χρόνια όσα δεδομένα υπάρχουν διαθέσιμα παγκοσμίως σχετικά με την κατανομή των εισοδημάτων και των περιουσιών από τον 18ο αιώνα μέχρι και σήμερα και προσπάθησαν να εξάγουν διδάγματα για το πώς δομούνται οι οικονομικές ανισότητες.

Κατέληξαν με ιστορικά στοιχεία που αφορούν πάνω από 20 χώρες, αν και στις περισσότερες από αυτές δεν υπήρχαν αρκετά δεδομένα σε βάθος των τριών τελευταίων αιώνων, παρά μόνο για μικρότερες περιόδους. Έτσι, έμφαση δίνεται στην ανάλυση για τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και το Ην.Βασίλειο. Ειδικά οι δύο τελευταίες θεωρείται πολύ σημαντικό που περιλαμβάνονται στον πυρήνα της ανάλυσης, καθώς ήταν και οι μεγαλύτερες αποικιοκρατικές και χρηματοοικονομικές δυνάμεις του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα. Το γεγονός ότι υπάρχουν γι’αυτές τα περισσότερα ιστορικά στοιχεία, υποστηρίζει την μελέτη της δυναμικής της παγκόσμιας κατανομής του πλούτου από τη βιομηχανική επανάσταση και μετά.

Τα ιστορικά αυτά στοιχεία προέρχονται από δύο μεγάλες κατηγορίες πηγών:
α. αυτές που αφορούν τα εισοδήματα και την ανισότητα της κατανομής τους και
β. αυτές που αφορούν τις περιουσίες, την κατανομή τους και τη σχέση τους με τα εισοδήματα.

Η μελέτη των εισοδημάτων

Τα εισοδήματα μπορεί να προέρχονται είτε από εργασία (μισθοί, αμοιβές, επιδόματα, μπόνους, εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία, κλπ και άλλα εισοδήματα που αμείβουν εργασία, όποια κι αν είναι η ακριβής νομική τους μορφή) είτε από την κατοχή κεφαλαίου (μισθώματα, μερίσματα, τόκοι, κέρδη, υπεραξίες, απολαβές δικαιωμάτων royalties, κλπ, και άλλα εισοδήματα που αποκτώνται από το απλό γεγονός της κατοχής ενός κεφαλαίου γης, ακινήτου, χρηματοοικονομικού, βιομηχανικού, κλπ, όποια κι αν είναι η νομική τους μορφή).

Πηγές για την μελέτη τους είναι τα φορολογικά δεδομένα που προκύπτουν από τις δηλώσεις εισοδήματος. Η καθιέρωση του φόρου εισοδήματος σημειώθηκε στις περισσότερες χώρες γύρω στα 1910-1920, αλλά σε μερικές χώρες (όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία) ακόμη νωρίτερα, το 1880-1890. Μαζί με αυτά, αξιοποιήθηκαν και τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας Δεδομένων των Υψηλότερων Εισοδημάτων (World Top Income Database).

Ο Πικετί δεν είναι ο πρώτος που αξιοποιεί τα δεδομένα της φορολολίας εισοδημάτων για να μελετήσει την δυναμική των ανισοτήτων. Είχε προηγηθεί ο Σάιμον Κούζνετς, που έκανε το ίδιο, για την 35ετή περίοδο 1913-1948 των ΗΠΑ. Περιοριζόμενος μόνο σε αυτή την περίοδο, ο Κούζνετς είχε διαπιστώσει ότι στις ΗΠΑ συντελέστηκε τότε μια σημαντική υποχώρηση των εισοδηματικών ανισοτήτων. Είχε συμπεράνει, έτσι, λανθασμένα, ότι μετά από μια κορύφωση (που για τα εισοδήματα των ΗΠΑ θεώρησε ότι είχε ήδη συντελεστεί νωρίτερα), οι ανισότητες μειώνονται μηχανικά, δημιουργώντας μια καμπύλη στα διαγράμματα της μέτρησής τους.

Αυτή η «καμπύλη του Κούζνετς», ερμηνεύτηκε ως αισιόδοξη προσέγγιση για την εξέλιξη των ανισοτήτων, παγιδεύοντας κατά τις επόμενες δεκαετίες τους οικονομολόγους, και βολεύοντας πάρα πολύ τους πολιτικούς που την εποχή του Ψυχρού Πολέμου ήθελαν να πλασάρουν μια αισιόδοξη θεωρία για την εξέλιξη των ανισοτήτων, εξηγεί ο Πικετί. Προεκτείνοντας εκείνος τις μετρήσεις του Κούζνετς στο σύνολο των τριών τελευταίων αιώνων και σε όσες περισσότερες χώρες είχαν στοιχεία για την κατανομή των εισοδημάτων, κατέληξε στα σημερινά, πολύ πιο απαισιόδοξα συμπεράσματα: Η καμπύλη δεν ισχύει, οι ανισότητες επέστρεψαν και η γραμμή στο διάγραμμα έχει ξαναπιάσει κορυφή και ανεβαίνει ορμητικά.

Η μελέτη των περιουσιών

Οι πηγές που επέτρεψαν τη μελέτη της κατανομής των περιουσιών και της σχέσης τους με τα εισοδήματα ήταν αφενός οι δηλώσεις κληρονομιάς, που ήταν υποχρεωτικές στο πλαίσιο της φορολόγησης κληρονομιάς (που είναι και αρχαιότερη της φορολογίας εισοδημάτων, καθώς ίσχυε σε κάποιες χώρες από τις αρχές του 19ου αιώνα) αλλά και κάποιες ατομικές δηλώσεις περιουσίας που στην περίπτωση της Γαλλία ήταν επίσης υποχρεωτικές για μεγάλες περιόδους (την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης) και βοηθούν να αποτυπωθούν οι τάσεις αποταμίευσης.

«(…) οι περιουσιακές ανισότητες δεν έχουν την ίδια σημασία εάν προήλθαν από κληρονομιά που άφησαν οι προηγούμενες γενεές ή από αποταμίευση που γινόταν στη διάρκεια μιας ζωής. Στο πλαίσιο αυτού του βιβλίου δεν ενδιαφερόμαστε μόνο για το επίπεδο της ίδιας της ανισότητας, αλλά επίσης και προπάντων για τη δομή των ανισοτήτων, δηλαδή για την προέλευση των εισοδηματικών και περιουσιακών ανισοτήτων μεταξύ των κοινωνικών ομάδων, και για τα διαφορετικά συστήματα οικονομικής, κοινωνικής, ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησής τους, τα οποία μπορεί να τις στηρίξουν ή να τις καταδικάσουν. Η ανισότητα δεν είναι αναγκαστικά κακή καθ’εαυτή: το κεντρικό ζήτημα είναι να καταλάβουμε αν είναι δικαιολογημένη, αν έχει τους λόγους της.» Τ.Πικετί

«Το παρελθόν καταβροχθίζει το μέλλον»

Η μελέτη όλων των παραπάνω δεδομένων οδηγεί τον Πικετί σε δύο συμπεράσματα:

1. ότι «πρέπει να δυσπιστούμε σε κάθε ιστορικό ντετερμινισμό στο χώρο αυτό: η ιστορία της κατανομής του πλούτου είναι πάντοτε μια ιστορία βαθιά πολιτική και δεν συνοψίζεται σε καθαρά οικονομικούς μηχανισμούς». Η μείωση των ανισοτήτων που καταγράφηκε στις ανεπτυγμένες χώρες μεταξύ των δεκαετιών 1900-1910 και 1950-1960 «είναι προπάντων προϊόν των πολέμων και των δημοσίων πολιτικών που εφαρμόστηκαν ως συνέπεια των κλονισμών αυτών».
2. «ότι η δυναμική της κατανομής του πλούτου θέτει σε κίνηση ισχυρούς μηχανισμούς οι οποίοι ωθούν εναλλακτικά προς τη σύγκλιση ή την απόκλιση και ότι δεν υπάρχει καμία φυσική και αυτόματη διαδικασία που θα απέτρεπε τις τάσεις της αποσταθεροποίησης και της διεύρυνσης των ανισοτήτων από το να επικρατήσουν για μεγάλη χρονική διάρκεια».

Σύγκλιση = μείωση και να συμπίεση των ανισοτήτων
Απόκλιση = διεύρυνση και επέκταση των ανισοτήτων

Υπάρχουν τέσσερις μηχανισμοί που οι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ότι ωθούν προς τη σύγκλιση, αλλά ο Πικετί αποδέχεται μόνο τους δύο πρώτους:
α. η διαδικασία διάχυσης της γνώσης και επένδυσης στην εκπαίδευση και την κατάρτιση
β. το παιχνίδι της προσφοράς και της ζήτησης (και η κινητικότητα του κεφαλαίου και της εργασίας ως μια εκδοχή του), ωθεί προς τη σύγκλιση αλλά λιγότερο ισχυρά και συχνά με τρόπο διφορούμενο και αντιφατικό
γ. η πρόοδος προς τον τεχνολογικό ορθολογισμό (θεωρητικά θα συνέβαλε στη σύγκλιση) και
δ. η παράταση της διάρκειας του βίου (κατά μία πεποίθηση επίσης συμβάλει).

Ο Πικετί αμφισβητεί ότι οι δύο τελευταίοι μηχανισμοί λειτουργούν προς τη σύγκλιση των ανισοτήτων. Θεωρεί ότι η κατάταξή τους σε αυτή την κατηγορία αποτελεί πλάνη, καθώς διαπιστώνει από ιστορικά παραδείγματα πως δεν μπορούν από μόνοι τους να κάμψουν τους αντίπαλους μηχανισμούς απόκλισης (διόγκωσης των ανισοτήτων). Σήμερα, όπως εξηγεί, η κατανομή περιουσιών κυριαρχείται από «μια αμείλικτη αντιπαράθεση ανάμεσα σε δυναστείες κληρονόμων και δυναστείες όσων δεν κατέχουν παρά την εργασία τους». Αν ίσχυαν οι μηχανισμοί γ και δ θα σήμαιναν ότι η κατανομή των περιουσιών «θα κυριαρχούνταν πολύ περισσότερο από μια λογική αποταμίευσης στον κύκλο της ζωής», δηλαδή ο καθένας θα σώρευε περιουσία για τα γηρατειά του και όχι για να χτίσει μια δυναστεία κληρονόμων.

Από την άλλη πλευρά υπάρχουν οι μηχανισμοί που οδηγούν προς την απόκλιση:
α. «η διαδικασία εκτίναξης των πολύ υψηλών αμοιβών» και
β. «η διαδικασία συσσώρευσης και συγκέντρωσης των περιουσιών σε έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται από ασθενή μεγέθυνση και σχετικά υψηλή απόδοση του κεφαλαίου. Αυτή η δεύτερη διαδικασία είναι δυνητικά πιο αποσταθεροποιητική από την πρώτη και αποτελεί αναμφίβολα την κύρια απειλή για τη δυναμική της κατανομής του πλούτου σε πολύ μεγαλύτερο βάθος χρόνου».

Τα γραφήματα Ε1 και Ε2 απεικονίζουν την κίνηση αυτών των δύο διαδικασιών απόκλισης.

*

piketty1png

 * *

piketty2

* * *

Όπως εξηγεί ο Πικετί, οι δύο αυτές διαδικασίες απόκλισης είναι δύο εντελώς διαφορετικά φαινόμενα, που στηρίζονται σε διακριτούς οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς μηχανισμούς. Ο πρώτος μηχανισμός (της εκτίναξης των πολύ υψηλών αμοιβών), αφορά κυρίως τις ΗΠΑ και ο δεύτερος (της συσσώρευσης και συγκέντρωσης των περιουσιών) αφορά κυρίως την Ευρώπη και την Ιαπωνία.

«Οπωσδήποτε δεν αποκλείεται οι δύο αυτές εξελίξεις και οι δύο αυτές δυνάμεις απόκλισης να διαπλακούν στις ίδιες χώρες κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα – και πράγματι ήδη το βλέπουμε να συμβαίνει εν μέρει- ή και στο επίπεδο ολόκληρου του πλανήτη, πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε επίπεδα ανισοτήτων που ουδέποτε γνωρίσαμε στο παρελθόν, και προπάντων σε μια ριζικά νέα δομή των ανισοτήτων. Αλλά έως σήμερα οι συγκλονιστικές αυτές εξελίξεις βασικά αντιστοιχούν σε δύο διακριτά φαινόμενα», συμπεραίνει ο Πικετί.

Η θεμελιώδης ανισότητα

Υπάρχει μια θεμελιώδης ανισότητα, η οποία συνοψίζει τη λογική του βιβλίου: Είναι η ανισότητα r > g, όπου r είναι το ποσοστό απόδοσης του κεφαλαίου (δηλαδή πόσο αποδίδει κατά μέσο όρο το κεφάλαιο στη διάρκεια ενός έτους με τη μορφή κερδών, μερισμάτων, τόκων μισθωμάτων και άλλων κεφαλαιακών εισοδημάτων, ως ποσοστό της αξίας του) και g είναι ο ρυθμός της μεγέθυνσης (δηλαδή η ετήσια αύξηση του εισοδήματος και της παραγωγής).

Όταν το r υπερβαίνει σημαντικά το g «αρκεί οι κληρονόμοι να αποταμιεύουν ένα μικρό μέρος από τα εισοδήματα του κεφαλαίου τους ώστε αυτό να αυξάνεται ταχύτερα από την οικονομία στο σύνολό της». Αυτό «συνέβαινε στην ιστορία σχεδόν πάντοτε, τουλάχιστον μέχρι τον 19ο αιώνα, και έχει μεγάλες πιθανότητες να ξαναγίνει ο κανόνας στον 21ο αιώνα», εξηγεί ο Πικετί.

Η ανισότητα r > g «δεν έχει καμία σχέση με κάποια ατέλεια της αγοράς», αντιθέτως, «όσο πιο «τέλεια» είναι η αγορά, με την έννοια των οικονομολόγων, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχει να επαληθευτεί». Τ.Πικετί

Και καταλήγει ως εξής: «Η ανισότητα r > g συνεπάγεται ότι οι περιουσίες που προέρχονται από το παρελθόν ανακεφαλαιοποιούνται ταχύτερα από το ρυθμό ανόδου της παραγωγής και των μισθών. Η ανισότητα αυτή εκφράζει μια θεμελιώδη λογική αντίφαση. Ο επιχειρηματίας τείνει αναπόφευκτα να μετατραπεί σε προσοδούχο – σε ραντιέρη- και να κυριαρχεί όλο και περισσότερο πάνω σε εκείνους που δεν τους ανήκει άλλο από την εργασία τους. Από την ώρα που συγκροτείται, το κεφάλαιο αναπαράγεται από μόνο του, ταχύτερα απ’όσο αυξάνεται η παραγωγή. Το παρελθόν καταβροχθίζει το μέλλον».

* * *